Αργά αλλά σταθερά, οι Έλληνες αναλυτές [echo chambers των ξένων συναδέλφων τους] αντιλαμβάνονται ότι κάτι δεν πάει καλά με το μετεκλογικό αφήγημα περί ήττας των Ρεπουμπλικάνων με ευθύνη του Trump, “στοχοποιημένου πλέον ακόμα και απ’ το κόμμα του”. Αρχίζουν δειλά-δειλά να προσανατολίζονται στην κατεύθυνση εκείνου που έχουμε επισημάνει απ’ τη βραδιά των εκλογών [βλ. GOP : ΠΕΡΙΕΡΓΕΣ ΚΙΝΗΣΕΙΣ].
Το άρθρο του Γιώργου Παυλόπουλου στον Οικονομικό Ταχυδρόμο δίνει μια ιδέα :
Ενδιάμεσες εκλογές στις ΗΠΑ: Κι όμως, ο Ντόναλντ Τραμπ δεν ηττήθηκε
Το αποτέλεσμα των ενδιάμεσων εκλογών στις ΗΠΑ – αν και δεν είναι ακόμη οριστικό, ούτε για τη Βουλή ούτε για τη Γερουσία – έκανε πολλούς να νιώσουν ανακούφιση. Η πραγματικότητα, όμως, είναι πολύ διαφορετική.
Η εκτίμηση που κυριαρχεί ευρέως είναι ότι ο Ντόναλντ Τραμπ ηττήθηκε στις ενδιάμεσες εκλογές της περασμένης Τρίτης. Πόσο ανταποκρίνεται, όμως, αυτή η εκτίμηση στα πραγματικά δεδομένα και τα μηνύματα της κάλπης;
Ας ξεκινήσουμε από τους αριθμούς, οι οποίοι συνήθως δεν αμφισβητούνται εύκολα και λένε πολλά για τους συσχετισμούς και δεν υποκύπτουν στους πειρασμούς των συναισθημάτων και των «θέλω».
Από το 0-2 στο 1-1
Οι Ρεπουμπλικάνοι του Τραμπ, λοιπόν – ουδείς, πιστεύουμε, αμφισβητεί ότι ο τέως πρόεδρος συνεχίζει να κυριαρχεί στο κόμμα του – δεν ήλεγχαν κανένα από τα δύο σώματα στο απερχόμενο Κογκρέσο. Τώρα, όμως, φαίνεται πως έστω και οριακά θα κερδίσουν τη Βουλή των Αντιπροσώπων, αποσπώντας δεκάδες έδρες από τους Δημοκρατικούς, ενώ θα δώσουν μάχη μέχρι τελευταία στιγμή για τη Γερουσία.
Συμπέρασμα: Από το 0-2 των προηγούμενων ενδιάμεσων εκλογών, του 2018, αυτή τη φορά θα καταφέρουν να έρθουν τουλάχιστον ισόπαλοι με τους αντιπάλους τους. Κάτι που, αναμφίβολα, συνιστά μια βελτίωση της θέσης τους, αν όχι μισή νίκη – υπό την προϋπόθεση, φυσικά, ότι δεν θα γίνει η μεγάλη ανατροπή και δεν θα χάσουν στο νήμα και τη Βουλή και τη Γερουσία.
Ένας «Τραμπ με μυαλό»
Ας γυρίσουμε τώρα σελίδα και ας θέσουμε το ερώτημα που μοιάζει πλέον να τίθεται ανοιχτά: Μήπως το γεγονός ότι το «κόκκινο τσουνάμι» που περίμεναν ορισμένοι περιορίστηκε σε ένα… κυματάκι έχει προκαλέσει την αμφισβήτηση του Τραμπ εντός των Ρεπουμπλικάνων, η οποία μεταφράζεται και σε πιέσεις για να μην δηλώσει την υποψηφιότητά του για το 2024;
Ας υποθέσουμε ότι αυτό έχει βάση. Σε αυτή την περίπτωση, όμως, με βάση τουλάχιστον τα σημερινά δεδομένα, μεγάλο φαβορί για το χρίσμα του κόμματος είναι ο κυβερνήτης της Φλόριντα, Ρον Ντε Σάντις, τον οποίο ο ίδιος ο Τραμπ έχει αναγορεύσει σε νούμερο ένα εσωκομματικό του αντίπαλο.
Μόνο που όσοι παρακολουθούν στοιχειωδώς τις εξελίξεις στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, γνωρίζουν ασφαλώς ότι ο Ντε Σάντις πρεσβεύει εξίσου ακραίες και αντιδραστικές θέσεις με τον τέως πρόεδρο. Σε βαθμό, μάλιστα, που αρκετοί να τον αποκαλούν «Τραμπ με μυαλό», καθώς αποφεύγει τις γραφικότητες και τις γκάφες.
Συμπέρασμα: Ακόμη κι αν ο Τραμπ οδηγηθεί αναγκαστικά στην έξοδο (κάτι που ενδέχεται να συμβεί και εξαιτίας των περιπετειών που έχει με τη δικαιοσύνη και το FBI), φαβορί για να τον διαδεχθεί είναι ένας πολιτικός της ίδιας σχολής – υπό μία έννοια, ένας καθαρόαιμος «Τραμπικός». Κι αυτό, επίσης χωρίς αμφιβολία, συνιστά επίσης μια επιτυχία του Τραμπ, αποδεικνύοντας ότι ακόμη και αν φύγει ο ίδιος, ο τραμπισμός έχει ριζώσει για τα καλά.
Μπάιντεν και Δημοκρατικοί δεν νίκησαν
Ας περάσουμε και στην τρίτη σελίδα, η οποία ξεκινά με το εξής ερώτημα: Εάν ο Τραμπ και οι Ρεπουμπλικάνοι ηττήθηκαν, τότε ποιος νίκησε;
Παρά το γεγονός ότι αρκετοί θα σπεύσουν να απαντήσουν δείχνοντας προς την πλευρά του Τζο Μπάιντεν και των Δημοκρατικών, η αλήθεια είναι πως ελάχιστοι στις ΗΠΑ πιστεύουν ότι δικαιολογείται ένα τέτοιο συμπέρασμα. Ακόμη και στην περίπτωση που το κυβερνόν κόμμα καταφέρει να σώσει τη… μισή παρτίδα, διατηρώντας την πλειοψηφία στη Γερουσία χάρη στην ψήφο της αντιπροέδρου Κάμαλα Χάρις.
Ο πρόεδρος και οι Δημοκρατικοί δεν νίκησαν – άλλωστε, ούτε οι ίδιοι τόλμησαν να ισχυριστούν κάτι τέτοιο. Απλώς άντεξαν περισσότερο από ό,τι οι περισσότεροι προκάτοχοί τους στις αντίστοιχες αναμετρήσεις, κάτι που ασφαλώς δικαιούνται να πιστωθούν.
Συμπέρασμα: Αφού δεν υπάρχει άλλος νικητής, δεν δικαιούμαστε να πούμε ότι ο Τραμπ ηττήθηκε και μάλιστα συντριπτικά.
Λάθος τακτική, αλλά…
Το επόμενο και τελευταίο κεφάλαιο έχει να κάνει με τον τρόπο και την τακτική που επέλεξε ο Τραμπ να δώσει αυτή την προεκλογική μάχη. Όπως ισχυρίζονται αρκετοί αναλυτές (και φίλα προσκείμενοι προς τους Ρεπουμπλικάνους), η εμμονή του με τη θεωρία της «κλεμμένης ψήφου», σε μια στιγμή που οι Αμερικανοί ανησυχούν κυρίως για την οικονομία και χρεώνουν την ευθύνη στον Μπάιντεν, στέρησε στο κόμμα του και τους υποψηφίους του μια ευρεία και καθαρή νίκη.
Εδώ η αλήθεια είναι πως μπορεί κανείς να δώσει ένα κάποιο δίκιο σε όσους συμμερίζονται αυτή την εκτίμηση. Την ίδια στιγμή, όμως, δεν μπορεί παρά να διαπιστώσει – με ανησυχία και τρόμο, είναι αλήθεια – ότι δεκάδες εκατομμύρια Αμερικανοί ακολουθούν τον Τραμπ και τους εκλεκτούς του ακριβώς γιατί πιστεύουν πως όσα τους λένε έχουν συμβεί και συμβαίνουν στην πραγματικότητα.
Συμπέρασμα: Ο Τραμπ δεν είναι «περαστικός» ούτε αποτελεί ένα «λάθος» και μια «παρένθεση» η οποία αργά ή γρήγορα θα κλείσει. Εκφράζει πολιτικά, έστω και με τον δικό του απεχθή τρόπο, ισχυρές τάσεις που έχουν αναπτυχθεί στην αμερικανική κοινωνία και οικονομία – όπως και στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ. Κι αυτό είναι κάτι που τον κάνει να αισθάνεται ισχυρός και νικητής, ακόμη κι όταν δεν καταφέρνει να κερδίζει τις μάχες.
Η διχασμένη Αμερική
Μετά από όλα αυτά, άραγε, μπορεί με την ίδια ευκολία κάποιος να ισχυριστεί ότι ο Τραμπ ηττήθηκε σε αυτές τις ενδιάμεσες εκλογές; Μήπως αυτό δεν ισχύει, κάτι που σημαίνει ότι η Αμερική οδεύει σε μια μακρά περίοδο κρίσης και διχασμού, που κάνει αρκετούς να επιμένουν ότι απειλείται η ίδια η αμερικανική δημοκρατία;
Βεβαίως το μέρος της ανάλυσης που αφορά στην τακτική του Trump είναι λάθος [σκόπιμα παραπληροφορητικό, ίσως προς εξασφάλιση των νώτων του αρθρογράφου] : δεν είναι ο Trump που έκανε άξονα της καμπάνιας του το αποτέλεσμα των εκλογών του ’20. Άξονας της καμπάνιας των Ρεπουμπλικάνων, για όσους θεώρησαν σωστό να διαθέσουν λίγο χρόνο σ’ αυτήν πριν “σχολιάσουν”, ήταν η οικονομία, η εισροή λαθρομεταναστών απ’ τα ανοιχτά νότια σύνορα και η σχετική [όχι μόνο] μ’ αυτήν διόγκωση του εγκλήματος. Εκείνοι που, ελλείψει άλλων επιχειρημάτων, εστίασαν στις αμβλώσεις, ποντάροντας – σωστά όπως αποδείχτηκε – στα αντανακλαστικά των γυναικών, και στην “εξέγερση” της 6ης Ιανουαρίου, ζητώντας μέσω αυτής να “καταδείξουν” την απειλή που οι Reps συνιστούν για τη δημοκρατία, ήταν οι αληθινοί ηττημένοι των εκλογών της Τρίτης.
Discover more from OANNES
Subscribe to get the latest posts sent to your email.