Δεν έχει τύχει να δω το ‘Social Dilemma’, δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ του Netflix που ερευνά την …άνοδο των social media και τη ζημιά που κάνουν στην κοινωνία.
Όχι γιατί το θέμα μου είναι αδιάφορο: αντίθετα, ασχολούμαι με τα social media, διαβάζω και γράφω γι’ αυτά “για να βγάλω το ψωμί μου”, από καταβολής τους * . Μου φαίνεται γελοίο και θλιβερό, κάποιοι να “αφυπνίζονται” μπαίνοντας στη διαδικασία να “αφυπνίσουν” άλλους, …δεκαετίες μετά, όταν η πρώτη φάση της αποστολής των sm φτάνει στην ολοκήρωσή της.
Και βέβαια δεν εμπιστεύομαι τους σχεδιασμούς του Netflix.
Θλίψη δοκίμασα διαβάζοντας τις σκέψεις του Στάθη Τσαγκαρουσιάνου “με αφορμή το Social Dilemma” πάνω στις οποίες έπεσα τυχαία: οδηγήθηκα εκεί από τον τίτλο του κειμένου του: ΟΙ ΨΕΚΑΣΜΕΝΟΙ.
Το κείμενο βρίσκεται εδώ:
https://www.lifo.gr/articles/imerologio/296177/oi-psekasmenoi
Πρόκειται για must-read.
Για τη διευκόλυνση του αναγνώστη, αναδημοσιεύω εκτεταμένο μέρος του, το οποίο στη συνέχεια σχολιάζω.
Πριν αναδυθούν τα social media, το να είσαι ψεκασμένος σε τοποθετούσε στους λούμπεν αυθωρεί. Δεν είχες τα εργαλεία για «διασπορά ψευδών ειδήσεων». Κι ούτε σου έδιναν βήμα οι μεγάλες εφημερίδες για να λες το μακρύ σου και το κοντό σου. Αν, παρ’ όλα αυτά, το έλεγες, χωρίς αποδείξεις, θίγοντας αθώους – το πλήρωνες. Και καταρρακωνόταν η αξιοπιστία σου….
…Τώρα, όμως, τα social media αναδύθηκαν. Καταλαμβάνοντας εξαπίνης τους πάντες και τα πάντα. Σαρωτικά. Ασύδοτα. Άπληστα. Εγκληματικά. Με ελάχιστες εξαιρέσεις, υποκατέστησαν τη δημοσιογραφία με ψιθύρους, την ευθύνη του δημόσιου λόγου με ψευδώνυμες μαχαιριές, το ρεπορτάζ με συνωμοσιολογία και την επιστημονική γνώση με θρασύτατη άγνοια. Όσο διογκώνεται το φαινόμενο (που το πολιτισμένο κομμάτι της Δύσης παρακολουθεί άναυδο), τόσο δημιουργείται «οικοσύστημα». Τόσο αποχαλινώνεται ο ψεύτης που μένει ασυμμάζευτος και τόσο δοξάζεται από εκείνους που του μοιάζουν, στο ζεστό παχνί του τοίχου του.
Στο τέλος εκλέγει τον Τραμπ και τους ομοίους του. Εκλέγει την ευχάριστη χοντροκοπιά του λαϊκισμού, τη δημαγωγία των έξαλλων tweets· διαλέγει πολιτικούς που του λένε ότι «θα δροσίσει», ενώ λιώνουν οι αρχαίοι πάγοι, και ότι η γριπούλα θα περάσει, ενώ θάβει τον πατέρα του στην εκατόμβη του κορωνοϊού. Διαλέγει πολιτικούς που καταγγέλλουν τα fake news των media, ενώ οι ίδιοι τα τουιτάρουν με ανευθυνότητα νηπίου· που καταγγέλλουν τα «διεφθαρμένα media», ενώ χρηματοδοτούν τα πλέον αναξιόπιστα εξ αυτών· διαλέγει πολιτικούς της παπάτζας και τους θράσους – καθ’ ομοίωσιν του ψηφιακού βάλτου μέσα στον οποίο λάμνει. ΜΟΙΑΖΕΙ σχεδόν αδύνατο να ξεφύγει ένας μέσος άνθρωπος από αυτόν τον φαύλο κύκλο των social media. Kάθεται μόνος όλη μέρα στην οθόνη, νωθρός αυνάνας του swipe, και γράφει, κλικάρει, χάσκει για ό,τι σκάσει αδιαμόρφωτο στον εγκέφαλό του, σπάργανα ή απολειφάδια μιας νόησης ήδη αναιμικής που πασχίζει να επιπλεύσει ανάμεσα στα αλλεπάλληλα push notifications και τις τρεις τελίτσες που αναβοσβήνουν, ενώ χύνεται ο καφές στο μπρίκι – δεν έστειλε η Μαρία τελικά… Το ότι αυτός ο μέσος άνθρωπος είναι ένας όμηρος των social media, χρήστης μιας παραδείσιας ψευδαίσθησης με αντάλλαγμα τα διαφημιστικά του data – δεν είναι απλό, ούτε αποκλειστικά δικός του λογαριασμός…
Μπορεί να παρατηρήσει κανείς κάποια αργοπορία του αρθρογράφου στην αποτίμηση του ρόλου των social media: το φαινόμενο βρίσκεται σε πλήρη εκδίπλωση επί μια δεκαετία τουλαχιστον. Δεν είμαι σε θέση να ξέρω σε τι βαθμό έχει αναφερθεί σ’ αυτά, ως μη επιμελής αναγνώστης του. Τα αναφερόμενα πάντως στην δεύτερη παράγραφο, αποτελούν προ πολλού κοινοτοπίες.
Το “μη περαιτέρω”, υποθέτω, αφορά στην “διόγκωση” του φαινομένου, συμπεριλαμβανομένης της εκλογής του Trump και, θου Κύριε, στις θεωρίες συνωμοσίας που κυκλοφορούν για το climate change και την “εκατόμβη” του κορωνοϊού.
Κάτι που γίνεται αντιληπτό είναι ότι η άποψη του ΣΤ για τις “θεωρίες συνωμοσίας” ελάχιστα διαφέρει από εκείνη του κυρίου Χρυσοχοΐδη. Ο ΣΤ “δεν λέει κουβέντα” για τις ποινικές διώξεις με τις οποίες απειλούν άνθρωποι όπως ο υπουργός, ούτε για τη σκαιά λογοκρισία που ασκούν τα ίδια τα μέσα, προτάσσοντας ένα σκεπτικό ίδιο με το δικό του.
Η απόφαση είναι εξ αρχής ειλημμένη: για την ταμπακιέρα, την ουσία της “x” “θεωρίας συνωμοσίας”, καμία συζήτηση. Ο ΣΤ έχει προσχωρήσει σε μια ιδιότυπη κατηγορία ανθρώπων του πνεύματος, οι οποίοι ξιφουλκούν για το δικαίωμα του κράτους να σε κοιτά με μισό μάτι, 7 μέρες την εβδομάδα, 24 ώρες το εικοσιτετράωρο, απαγορεύοντας, ταυτόχρονα, εσύ να το υποψιάζεσαι, ή να δυσπιστείς σε ο,τιδήποτε σου ανακοινώνει.
Η άγνοια του ΣΤ και των ομοίων του, η απαξίωσή τους να ξύσουν την επιφάνεια, η πνευματική νωθρότητα που ευθύνεται γι’ αυτό και η [πιθανή] ανεντιμότητα της απόκρυψής της, πλασσάρονται σαν ωριμότητα. Γεγονός είναι ότι …δεν είναι υποχρεωμένος ο καθένας να αμφισβητεί διαρκώς το σύμπαν γύρω του [αν και, παρεμπιπτόντως, αυτή είναι η ουσία του …επιστημονικού πνεύματος]. Σίγουρα όμως είναι υποχρεωμένος να απεκδύεται το ρόλο του opinion leader, όταν δεν πληροί τις προϋποθέσεις, που είναι, ακριβώς, η αμφισβήτηση και το ψάξιμο.
Ο Στέφανος Μπακατσής [aka stcigar] είχε επισημάνει σε σχόλιό του εδώ, την ευκολία με την οποία αυτή τη στιγμή εγκαταλείπεται στην τύχη της η “νεολαία”, μετά από χρόνια παιδοκολακείας και συναισθηματικής εκμετάλλευσής της απ’ τους πολιτικάντες της πολιτικής και της διανόησης.
Έτσι ακριβώς εγκαταλείπονται στην τύχη τους, τη συγκεκριμένη στιγμή και για συγκεκριμένους λόγους, τα social media. Και αυτή η “τύχη”, δεν είναι άλλη απ’ τη δρακόντεια λογοκρισία και τις απειλές της Δϊωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος. Με δυο λόγια: τώρα που οι πάντες είμαστε παγιδευμένοι στον ιστό τους, ήρθε η ώρα για τους διαχειριστές να περάσουν στη δεύτερη φάση: να θέσουν τα όρια του επιτρεπτού. Να εξοβελίσουν πιθανές πηγές κινδύνου, να διαχωρίσουν την ήρα απ’ το στάρι: από τη μία ο …διογκούμενος αριθμός των χρηστών – συνωμοσιολόγων και από την άλλη οι “πιστοί” της επίσημης αφήγησης.
Στη διαμορφούμενη κατάσταση [διαρκής επίκληση υγειονομικών κινδύνων, κυριαρχία μασκών, social distancing, lock downs etc] διέξοδος επικοινωνίας του “πολίτη” με το περιβάλλον του θα είναι η μόνη που παρέχεται: η διαδικτυακή, διαμεσολαβημένη από τα social media …και τον λογοκριτή αλγόριθμο.
* Στα early – middle ’00s, το να καταφερθείς εναντίον εργαλείων εκδημοκρατισμού όπως τα social media ή το …free downloading ας πούμε, επέσυρε εναντίον σου την κατηγορία ενός δεξιόστροφου, “βασιλοχουντικών” προδιαγραφών ελιτισμού, στην καλύτερη περίπτωση.
Discover more from OANNES
Subscribe to get the latest posts sent to your email.
Δεν ξέρω πότε ακριβώς διάβασες το συγκεκριμένο άρθρο, σε περίπτωση πάντως που το διάβασες κατά το μεσημεράκι, δεν αποκλείεται να το διαβάζαμε και ταυτόχρονα..
Ναι εκείνη την ώρα κατά τις 12:30. Η πρεμούρα που έχει πιάσει τελευταίως διάφορους “του πνεύματος” με τις ψεκασμένες θεωρίες είναι πολύ ενδιαφέρουσα. Ειδικά ο ΣΤ είναι πολύ ξύπνιος για να πιστεύει τις παπαρομαλακίες που αραδιάζει. Εκτός κι αν έχει νερουλιάσει τελείως.
Πρέπει να είναι το μοναδικό άρθρο του ΣΤ που έχω διαβάσει εδώ και δεκαετίες, κι αυτό πάλι επειδή εκείνη την ώρα (κατά τις 12.30 δηλαδή που περίμενα στην αναμονή ενός καταστήματος) έτυχε να πέσει στα χέρια μου μια έντυπη εκδοχή της φυλάδας που διευθύνει ο εξέχων δημοσιογράφος, τον οποίο προσωπικά δεν είχα ποτέ σε καμία εκτίμηση από τον καιρό ακόμα που πρώτοδιάβασα κάποιο ξενέρωτο κειμενάκι του στον Ηχο των late 80s.
Εκείνη την περίοδο είχα κόψει τον ΗΧΟ. Ξανάρχισα να τον διαβάζω όταν …πήγα εγώ εκεί. Τα κείμενα της πριν απ’ αυτό περιόδου που υπέπιπταν στην αντίληψή μου, μου προκαλούσαν θυμηδία [συμπεριλαμβανομένων των …διθυράμβων για τους Blue Light].
Ως προς τον Τσ., τα περί μουσικής κείμενά του που έχει τύχει να διαβάσω από δω κι από κει, είναι τελείως της πλάκας, και δεν αναφέρομαι απλώς στα γούστα του. Σε σημείο που απορώ κιόλας, καθότι τον θεωρώ όντως έξυπνο και, ως γραφιά, ταλαντούχο.
Η “εξυπνάδα” πάντως από μόνη της είναι τόσο ανεπαρκής για την πνευματική συγκρότηση ενός ανθρώπου όσο και το μεγάλο ύψος για ένα καλό μπασκετμπολίστα. Το ίδιο εξάλλου ισχύει και για οποιοδήποτε “ασυνόδευτο” χαρακτηριστικό που χρειάζεται πολλές και διάφορες προϋποθέσεις για να ευδοκιμήσει ουσιαστικά. Μη σου πω κιόλας ότι ένας απροκάλυπτα και ειλικρινά καθυστερημένος και ακαλλιέργητος άνθρωπος παρουσιάζει πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον από τις αδικαιολόγητα ψωνισμένες μετριότητες του “πνευματικού” χώρου. Για το λογοτεχνικό ταλέντο του ΣΤ αδυνατώ να εκφέρω έγκυρη γνώμη, δεδομένου ότι δεν έχω καταφέρει ποτέ να διαβάσω κάποιο κείμενό του μέχρι το τέλος 🙂
Πολύ πετυχημένη η παρομοίωση με τον μπασκετμπολίστα [by the way η απορία μου, παιδιόθεν, ήταν, γιατί άραγε πρέπει η μπασκέτα να είναι σε ένα στάνταρ συγκεκριμένο ύψος, απαγορευτικό για το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της Γης. Γιατί να μην υπάρχουν κατηγορίες ύψους στο μπάσκετ όπως βάρους στο μποξ, ας πούμε…].
Επειδή πάντως έχω διαβάσει πολύ stuff από ΣΤ, ιδίως εποχής 01: όταν έπιανε απόδοση [διόλου σπάνια], η εξυπνάδα ήταν κάτι παραπάνω από “ασυνόδευτο χαρακτηριστικό” στα κειμενά του.
Η ευφυία είναι σχετικό και όχι απόλυτο μέγεθος. Ίσως να ήταν όντως “ευφυής” ως προς την τότε κατάσταση πραγμάτων, όπως ορισμένοι καλλιτέχνες που είναι μεν συντονισμένοι στην εποχή τους, αλλά εκτός τόπου και χρόνου στις επόμενες, σαν τα σταματημένα ρολόγια που δείχνουν την ώρα με απόλυτη ακρίβεια twice a day. Ίσως να είσαι τελικά εσύ που εξελίχθηκες και άλλαξες, την ώρα που αυτός έμεινε στάσιμος και βάλτωσε..
Υπάρχει και ο παράγων “επιτυχία”. Μια σχετικά μεγάλη όπως του εν λόγω δεν είναι πάντα ο καλύτερος σύμβουλος για τη διατήρηση της ενάργειας και της εγρήγορσης. Δια να εξηγούμεθα, δεν εννοώ ότι μιλάμε για καμιά διάνοια. Έχει ωραίο, ρέοντα και μουσικό λόγο. Επίσης είναι πολύ καλά διαβασμένος από λογοτεχνικής [όχι το ίδιο από “θεωρητικής”] απόψεως. Αυτό διακρίνεται στο πλήθος των φραστικών samples που χρησιμοποιεί, οι πηγές πολλών απ’ τα οποία μένουν αναποκάλυπτες.
Να σου πω την αλήθεια, ο τύπος είναι κατά τη γνώμη μου ο κακοήθης μελίρρυτος του Pascal, ο συμπαθής κακός του La Rochefoucauld, ή για να το θέσω με πιο λαϊκούς όρους, το είδος της κρυφής που απορρίπτω χωρίς περαιτέρω εξηγήσεις.
Ισχύει αυτό που λες. Γιατί ο ίδιος αντικατέστησε τη δημοσιογραφία με αυτό το λυρικό, εκμυστηρευτικό, εκ βαθέων απολίτικο στιλάκι γραφής, εξακολουθώντας να δημοσιεύει σαν δημοσιογράφος ενώ θα έπρεπε να το κάνει ως συγγραφέας, και μοιράζοντας δηλητηριώδη βέλη και συμπάθειες με κριτήρια παρεούλας. Για τις ορδές των αταλάντων που τον μιμήθηκαν το αυτοβιογραφικό θα γινόταν …αυτιστικό self-indulging. Και όλοι αυτοί οι “σημαντικοί για τον εαυτό τους” ήταν η μαγιά που προετοίμασε το “έθνος δημοσιογράφων” του διαδικτύου.
Επειδή πάντως μου κίνησε την περιέργεια η εκτίμησή σου στο πρόσωπο του ΣΤ, κι επειδή δεν είναι σωστό να μιλάω για ζητήματα που δεν γνωρίζω, κάθισα και κοίταξα δυο τρία πράγματα περί του λεγάμενου στο διαδίκτυο. Εντύπωση μου έκανε καταρχήν το γεγονός ότι κανένας δεν φαίνεται να τον εκτιμάει σαν άνθρωπο (κάτι που ήξερα ήδη από παλιά) ενώ από την άλλη ο ίδιος φαίνεται να είναι ο μεγαλύτερος θαυμαστής του εαυτού του. Πράγματα που θα μου ήταν ούτως ή άλλως αδιάφορα σε περίπτωση που είχε να επιδείξει κάτι περισσότερο από μια “τεχνική” επάρκεια στη “λογοτεχνική” χρήση της γλώσσας. Μόρφωση όμως θα πει ουσιαστικά διαμόρφωση, διαδικασία προϋποθέτει μια ουσία προς διαμόρφωση, χωρίς την οποία το αποτέλεσμα της διαμόρφωσης είναι αέρας κοπανιστός. Σπαρταριστό παράδειγμα είναι κάποιο δαιδαλώδες άρθρο του για τον Θέμη Αδαμαντίδη, τον οποίο, αν κατάλαβα καλά, θα έπρεπε κανονικά να σιχαίνεται, αφού οι νεόπλουτοι εχθροί του παριστάνουν ότι τους αρέσει, παρόλο που ως βλάχους μάλλον σταλήθεια τους αρέσει, αλλά επειδή και ο ίδιος παριστάνει ότι του αρέσει, χωρίς να ξέρουμε αν του αρέσει, πρέπει να βρει μια δικαιολογία ότι του αρέσει και η δικαιολογία είναι η επαρχιώτικη καταγωγή του που του δίνει το δικαίωμα να του αρέσει, σε αντίθεση με τους μεταμοντέρνους αμόρφωτους που επίσης παριστάνουν ότι τους αρέσει, αν και αφού κρύβουν την επίσης ταπεινή καταγωγή τους δε θάπρεπε να τους αρέσει και δώστου πάλι από τήν αρχή κοκ. Το μόνο που δε μάθαμε από τον λαλίστατο υποτίθεται για τα προσωπικά του ΣΤ είναι αν τελικά του αρέσει ο Θέμης Αδαμαντίδης.
Φαίνεται πως έδωσα λάθος εντύπωση. Δεν έχω εκτίμηση στο πρόσωπο του ΣΤ [έχω στείλει στην περίοδο του 01 γράμμα σ΄αυτο το κωλοεντυπάκι που, πιθανώς, ακόμα θα το θυμούνται κάποιοι]. Εκτιμώ την “πένα”, την ευφυία και τη φιλολογική του επάρκεια [στην Ελλάδα ζούμε…], και κάποια κείμενά του με έχουν συγκινησει σαν “λυρική ποίηση”. Από κει και πέρα θεωρώ οτι έχει κάνει, με τον τρόπο του και στον βαθμό που μπορούσε, κακό στους γυρω του. Ιδίως τα περί μουσικής κείμενα του ανδρός, όπως είπα και την άλλη φορά, είναι για γέλια και για κλάματα.
Μάλλον εγώ πέρασα μια λάθος εντύπωση, γιατί βασικά για το ίδιο θέμα μιλάω. Σε προσωπικό επίπεδο πάντως ο τύπος φαίνεται να κάνει τόσο μεγάλη προσπάθεια να πείσει μέσω ημών τον εαυτό του πως είναι κάτι ριζικά διαφορετικό από αυτούς που υποτίθεται ότι κατακρίνει, που θα ήταν pathetic αν δεν το έκανε με το αζημίωτο.
Ακριβώς. Πολύ μεγαλύτερη [εμβέλεια και ως εκ τούτου] πλάκα πάντως έχει το ντοκιμαντεράκι στο οποίο αναφέρεται [THE SOCIAL DILEMMA]. Το οποίο άρχισα να βλέπω και είναι πάνω κάτω όπως το περίμενα, του στιλ, τα πρώην τσογλανάκια της Silicon Valley, μεγάλωσαν, “ωρίμασαν” και προβαίνουν σε ένα είδους θεαματικής “αυτοκριτικής” [με τονισμένα τα εισαγωγικά], ίνα όπως προλάβουν / μπλοκάρουν την αληθινή κριτική, η οποία προφανώς διογκώνεται και έχουν χεστεί πάνω τους.
Μόλις το τελειώσω θα γράψω ένα κείμενο γι’ αυτό. Είναι απίστευτη η φτωχομπινέδικη κουτοπονηριά που “βοά” πίσιω από την “ιδιοφυία” τους.
Θα ρίξω κι εγώ μια ματιά ευκαιρίας δοθείσης, αν και είμαι σίγουρος ότι το δικό σου κείμενο θα έχει πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον.
Από αυτά που λένε αυτοί, σίγουρα, χωρίς διάθεση περιαυτολογίας: απλώς είμαι εκ προοιμίου πιο …αντικειμενικός απ’ ότι επιτρέπεται να είναι εκείνοι. Και εκτός αυτού, τους ξέρω καλά, έχω διαβάσει τα βιβλία τους και έχω ακούσει τις διαλέξεις τους.