Το Protagon κοντράρει στα ίσια ΕΦΣΥΝ και Lifo στην παραγωγή “δημοσιογραφικού” πολτού. Τις προάλλες μιλούσε για το FBI που …ερευνά την συνεργασία του Trump με τους Ρώσους, και για τη θεωρία συνωμοσίας που στήνει ο εν λόγω, ότι …οι Δημοκρατικοί είναι τελικά εκείνοι που συνεργάστηκαν μαζί τους [στην πραγματικότητα, το FBI δεν ερευνά τίποτα: η υπόθεση “Russian Collusion” έχει λήξει προ πολλού, χωρίς αποτέλεσμα. Αντίθετα, είναι αυτό, το FBI, που ερευνάται πλέον για την εμπλοκή του στην πλεκτάνη των Δημοκρατικών εναντίον του Trump]
Πρόσφατος άθλος του site, η παρακάτω “ψυχολογική” ανάλυση του γιατί … όσο μεγαλώνουμε, δεν αντέχουμε την «καινούργια μουσική»; [σε bold τα sections που παραπέμπουν σε σημειώσεις]
Είναι ένα αξίωμα ακατάρριπτο για δεκαετίες: όσο μεγαλώνουμε, τόσο περισσότερο μας ξενίζει η «νέα μουσική και οι νέοι καλλιτέχνες» και τείνουμε να ακούμε όσα μας άρεσαν στην εφηβεία μας. Φτάνοντας στην ηλικία ενός μεσήλικα, ο άνθρωπος τείνει να συμπεριφέρεται όπως οι δυο γέροι του Μάπετ Σώου, γκρινιάζοντας πως «η μουσική άλλαξε προς το χειρότερο» και πως «στην εποχή μου η μουσική ήταν καλύτερη». [1] Γιατί συμβαίνει αυτό όμως; Ο Φρανκ Μακάντριου, καθηγητής ψυχολογίας στο Κολέγιο Νοξ, εξηγεί στον ιστότοπο Conversation για ποιο λόγο όσο ξεφεύγουμε, ηλικιακά, από την νεότητα μας, τόσο περισσότερο απεχθανόμαστε όλα αυτά που ακούει «η νεολαία». «Είναι κάτι που, μεγαλώνοντας, το πίστευα και εγώ, ότι η μουσική της εποχής μου ήταν καλύτερη από τώρα», γράφει ο καθηγητής. Όπως επισημαίνει, τα μουσικά μας γούστα αρχίζουν να αποκρυσταλλώνονται γύρω στα 13-14, ενώ μετά τα 20 έχουμε πλέον κατασταλάξει οριστικά στο τι μας αρέσει και τι όχι, όσον αφορά στη μουσική. Μάλιστα, οι έρευνες δείχνουν πως ακριβώς στα 33 του ένας άνθρωπος σταματάει να ακούει καινούργια μουσική και στρέφεται σε αυτά που άκουγε πριν 10-15 χρόνια. [2] «Υπάρχει μια βιολογική εξήγηση σε αυτό: υπάρχουν αποδείξεις πως με το πέρας των ετών δυσχεραίνεται η ικανότητα του ανθρώπινου εγκεφάλου να διακρίνει συγχορδίες, ακόρντα και μελωδίες, οπότε στους μεγαλύτερους σε ηλικία ακροατές, ο,τι καινούργια μουσική κυκλοφορεί είναι «η ίδια και η ίδια»», τονιζει ο Μακάντριους [3] Ωστόσο, κατά τον ψυχολόγο, υπάρχει και ένας ακόμη λόγος, που δεν είναι άλλος από το λεγόμενο «mere exposure effect» (σ.σ: δεν υπάρχει ελληνικός ορισμός): ένα ψυχολογικό φαινόμενο, γνωστό και ως «familiarity principle» (Αξίωμα της Οικειότητας), κατά το οποίο οι άνθρωποι τείνουν να προτιμούν πράγματα και ακούσματα βάσει αποκλειστικά του πόσο οικεία τους ηχούν ή τους φαίνονται. «Και δεδομένου πως μετά τα 30-35, οι περισσότεροι αποκτούν οικογένειες, έχουν υποχρεώσεις και άρα λιγότερο χρόνο να αφιερώσουν για την ανακάλυψη νέων μουσικών και καλλιτεχνών, προτιμούν να καταφύγουν στην ασφάλεια της «μουσικής οικειότητας» της νιότης τους και να επιστρέφουν σε όσα άκουγαν όσο ήταν έφηβοι» [4], προσθέτει ο Μακάντριους, καταλήγοντας με νόημα πως… η Φύση τα πάντα εν σοφία εποίησε και πως όλα αποτελουν κομμάτι της φυσικής τάξης των πραγμάτων.
1. Η προσέγγιση αυτή παρακάμπτει αβασάνιστα την πιθανότητα η μουσική που ακούγεται από δεκαετία σε δεκαετία να είναι όντως χειρότερη: Η mainstream pop των ’60s, το αντίστοιχο των Katy Perry, Miley Cyrus, ήταν …οι Beatles και οι Stones. Κι είναι συνηθισμένο το φαινόμενο νεαρών ατόμων που, γνωρίζοντας την μουσική άλλων δεκαετιών, προσκολλώνται ρομαντικά σ’ αυτήν, σε ένα παρελθόν που ουδέποτε έζησαν, με εμμονή …μεγαλύτερη από εκείνους που “ήταν εκεί και τότε”. Θετικό ρόλο σ’ αυτό παίζει το διαδίκτυο, συρρικώνοντας και τις χρονικές, πέρα απ’ τις τοπικές αποστάσεις.
2. Τα παραπάνω είναι γελοιωδώς ανακριβή και αστήρικτα. Και ξεκινούν από την στρεβλή άποψη που λέει ότι η μουσική δεν είναι πρωτογενής ανάγκη, αλλά το …soundtrack κάποιας φετιχοποιημένης, “επαναστατημένης” εφηβείας, στην οποία και επιστρέφουμε, ζητώντας εξιλέωση για τα αμαρτήματά μας ως ενήλικοι.
3. Μπαίνουμε πλέον βαθειά στο βασίλειο των σκιών, της κωματώδους, κλινικής ηλιθιότητας. Οι “αποδείξεις” για τις οποίες μιλάει ο τύπος δεν υφίστανται, και το φαινόμενο που “αποδεικνύουν” δεν ισχύει. Αντίθετα, ο αληθινός ακροατής [όχι ο αναλωνόμενος σε lifestyle παραφερνάλια και περιρρέουσες ατμόσφαιρες], ως αναζητητής εμπειριών, όχι απλώς δεν …δυσχεραίνεται στα 33 να διακρίνει “συγχορδίες, ακόρντα και μελωδίες” αλλά, είναι έτοιμος να περάσει στο επόμενο επίπεδο αντίληψης της μουσικής, και βίωσής της.
4. Πέρα από την επανάληψη εδώ της περίπτωσης Νο 2, επισημαίνει κανείς ότι το ανεπαρκές σκεπτικό επικεντρώνεται στην εναλλαγή των trends, αγνοώντας μουσικές που αψηφούν την επικαιρότητα, όπως η παραδοσιακή ή η κλασική, ας πούμε. Αναρωτιέται κανείς πώς υπηρετείται εκεί η υπόθεση του “χάσματος γενεών” που κόπτεται να αναδείξει ο άμουσος διδάκτωρ…
2Discover more from OANNES
Subscribe to get the latest posts sent to your email.