Δεν ξέρω τι είναι πιο επώδυνο, η “κάλυψη” των γεγονότων απ’ τους ασθμαίνοντες ρεπόρτερ του θρίλερ των “ειδήσεων” [ευκαιρία για μια στιγμιαία υποψία συμπάθειας γι’ αυτούς], ή τα σχόλια στα σόσιαλ μίντια από πληγέντες και μη, αντιπολιτευόμενους και συμπολιτευόμενους, στον άξονα “εντυπωσιακές εικόνες / κυβερνητική [αν-]ικανότητα διαχείρισης”.
Όλα αυτά με νούμερο ένα hashtag της ημέρας το “απελευθερωτικό” #Μητσοτακη_γαμιέσαι, το οποίο τρεντάρει πάνω κι από το #βαρυμπομπη.
Κατά την άποψή μου, και με όλο το σεβασμό, ο άνθρωπος που, έχοντας μόλις πληγεί από πυρκαγιά, ασχολείται με το λογαριασμό του στο Τουίτερ …έχει πληγεί από κάτι πιο σοβαρό και απ’ αυτήν, χωρίς να το έχει καταλάβει.
Η τάση, ό,τι και αν συμβεί, σε σένα ή στον κόσμο, να έχεις έτοιμη την ατάκα που θα δημοσιεύσεις “για να διαβάσει όλος ο πλανήτης”, η μανία του ρεπορτάζ και της απευθείας μετάδοσης, έχει σαν αποτέλεσμα τον σύγχρονο αλεξικέραυνο πολίτη : το “γεγονός” τον διαπερνάει ενεργοποιώντας μια διαδικασία παραγωγής “επικοινωνιακών” κλισέ, χωρίς αληθινά να τον αγγίζει. Πάνω απ’ όλα, αδυνατεί να συλλάβει την ιδέα του να λειτουργεί μόνος, χωρίς “προστατευτικό” δίκτυο γύρω του.
Η σημασία της απευθείας επικοινωνίας / διάδρασης φαίνεται σε καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης. Στο σβήσιμο πχ. μιας πυρκαγιάς : είναι αδύνατο ένας πυροσβέστης μόνος, ή και πολλοί μαζί να κάνουν τη δουλειά χωρίς συντονισμό. Αυτό που αποτελεί εδώ σωτηρία, γίνεται μέρος της παθολογίας της “επικοινωνίας” στα social media : μονιμοποίηση μέσω εναλλακτικής * οδού, της κατάστασης εκτάκτου ανάγκης και, βέβαια, μαζικός συντονισμός. Βάση εντολών που εκπορεύονται άνωθεν, άσχετα αν δεν γίνονται πάντα αντιληπτές.
* Πέρα από την κεντρική λεωφόρο που χαράσσουν η κυβερνητική πολιτική και τα mainstream media.
Discover more from OANNES
Subscribe to get the latest posts sent to your email.
Πριν από καμιά δεκαριά χρόνια που δούλευα σε κάποιο φροντιστήριο στην Κυψέλη, τα παιδιά μου έδειξαν από το παράθυρο έναν αιμόφυρτο τύπο στο άλλο πεζοδρόμιο. Βλέποντας ότι δεν υπήρχε κανένας να τον βοηθήσει, κατέβηκα στο δρόμο, του έδωσα χαρτομάντηλα για να συγκρατήσει το αίμα που έτρεχε από το μέτωπο και το λαιμό – κάποιος πρέπει να του είχε σπάσει μπουκάλια στο κεφάλι – και τον έβαλα να καθίσει μέχρι να έρθει το 166. Ο τύπος ήταν τύφλα στο μεθύσι, δεν μιλούσε γρι ελληνικά, και το ασθενοφόρο αργούσε. Στο ενδιάμεσο μαζεύτηκαν μερικοί περίεργοι μαύροι και κινέζοι που κοιτούσαν το σκηνικό από ασφαλή απόσταση, τραβούσαν συνέχεια φωτογραφίες και γελούσαν τρώγοντας γαριδάκια. Όταν τελικά έφτασε το ασθενοφόρο καμιά ώρα σχεδόν αργότερα, ο τύπος το πέρασε για περιπολικό και παρά τις απεγνωσμένες μου παρακλήσεις έφυγε τρέχοντας. Οι τραυματιοφορείς νόμισαν ότι τους έκανα φάρσα και με διαολόστειλαν τσαντισμένοι, το αφεντικό μού φώναζε ότι παράκουσα τις εντολές του κι εγώ αισθανόμουν αξιοθρήνητα ηλίθιος. Μόνο τα παιδιά έδειξαν κάποια συμπάθεια, πιθανότατα επειδή έχασαν το μάθημα. Εκείνοι όμως που πραγματικά το διασκέδασαν, ήταν οι κινέζοι και οι μαύροι θεατές που έφυγαν καταχαρούμενοι, πρησμένοι από τα γαριδάκια και γεμάτοι αναμνηστικές φωτογραφίες..
Αυτό ακριβώς!👍👍👍