Ο Ricky Gardiner γεννήθηκε πριν από 73 χρόνια στο Εδιμβούργο. Ως μουσικός [κιθαρίστας-συνθέτης] υπήρξε ικανός, ασχέτως του ότι η επιτυχία που είχε με το βασικό του σχήμα, Beggars Opera [κατηγορία: progressive rock] ήταν μέτρια. Το ταλέντο του δεν πέρασε απαρατήρητο από τον παντεπόπτη οφθαλμό David Bowie: ο RG θα συνεργαζόταν μαζί του στο άλμπουμ Low, και με τον Iggy Pop στο άλμπουμ Lust For Life. Είναι ο άνθρωπος που έγραψε το κλασικό riff – ακολουθία ακόρντων – στο οποίο βασίζεται το “The Passenger”.
Η ακολουθία είναι στοιχειωδώς απλή στην ευρηματικότητά της [λα μιν.-φα-ντο-σολ, λα μιν.-φα-ντο-μι], κλασική περίπτωση “επιγραμματικού τύπου” έμπνευσης και η πεμπτουσία αυτού που λέμε popular, με την καλή έννοια.
Ο Ricky Gardiner τα τελευταία, πολλά χρόνια, πρέπει να έχει περιέλθει σε μια πολύ περίεργη κατάσταση.
Γιατί τα τέσσερα πρώτα ακόρντα από το riff του [λα μιν.-φα-ντο-σολ], προϊόντος του χρόνου, ακούγονται όλο και πιο συχνά, σε όλο και πιο ετερόκλητες περιστάσεις. Για την ακρίβεια, από ένα σημείο και μετά, σ’ αυτά βασίζεται σεβαστό ποσοστό της μουσικής που ακούγεται σε media και δημόσιους χώρους. Μιλάω για ολόκληρη την περίοδο από ενάρξεως νέου millennium.
Τα ακόρντα του “Passenger” διέπουν το ηχητικό περιβάλλον, μέρος ενός τελετουργικού απ’ το οποίο δεν ξεφεύγεις : Στοιχειώνοντας τον “γλυκόπικρο” οπτιμισμό χιλιάδων hits του Billboard. Διαχέοντας μια αίσθηση καταναλωτικής ευφορίας σε άπειρες διαφημίσεις. Και, με το “συμφωνικό” τους ένδυμα, δημιουργώντας αισθήματα οικουμενικής αγαλλίασης, στους θεατές εντυπωασιακά μεγάλου αριθμού blockbuster.
Θα έλεγε κανείς ότι τα ακόρντα του “Passenger” είναι κάτι αντίστοιχο του κλασικού σολ-μι-ντο-ρε που καθόριζε το Rock’nRoll των ’50s [βλ. “Diana” και …ένα εκατομμύριο άλλα]. Αλλά, εκεί που είχαμε ένα θέμα απλοϊκά ανακυκλούμενο, εκείνο του RG διαθέτει “άλλο” βάθος. Το ψυχολογικό του μήνυμα, όπως το εισπράττω, είναι μια ερώτηση [τα δυο πρώτα ακόρντα] που η απάντησή της [τα δυο επόμενα] αποτελεί “ερωτηματική” κατάφαση [κάτι σαν “ναι, αρκεί να…”]. Ένα είδος definitely maybe μεταφρασμένου σε νότες. Ταιριαστό με τους στίχους του “Passenger” και γενικότερα με μια ιδεολογικοποιημένη escape culture όπου το τέλος δεν είναι η άφιξη, αλλά η βεβαιότητα για την αέναη διάνοιξη των οριζόντων.
Στη θέση του Ricky Gardiner, δεν ξέρω αν θα ζητούσα κάποιο είδος …υπερ-αποζημίωσης. Ούτε τι πιθανότητες ικανοποίησης θα είχε αυτό. Κάτι όμως δεν θα έπρεπε να παίρνει ο άνθρωπος του Θεού για κάθε μια από τις χιλιάδες φορές που ακούγεται το θέμα του;
Γιατί εδώ έχουμε να κάνουμε με κάτι που δεν χρησιμοποιείται πλέον ως σύνθεση, αλλά ως ακατοχύρωτη πατέντα.
[Φωτό: ο Ricky Gardner επί σκηνής με Pop & Bowie]
Discover more from OANNES
Subscribe to get the latest posts sent to your email.
I love “The Passenger”. Such a good song.
One of my all-time favorites.
But have you noticed that its chord progression is been heard …everywhere [in songs, ads, soundtracks…you name it], more and more as time passes by? It is a mystery to me…
Yes. As we know, there are a lot of unimaginative people out there who borroe/steal other people’s stuff.