Είμαι περίεργος πώς θα αντιμετώπιζε ο Michael Jackson το γεγονός ότι τα φασιστοειδή του Black Lives Matter χρησιμοποιούν ένα συγκεκριμένο τραγούδι του [“They Don’t Care About Us”] αγνοώντας άλλα [“Black Or White”] στις “ακτιβιστικές τους δράσεις” : ληστείες, καταστροφές & εμπρησμούς, ξυλοδαρμούς και φόνους αθώων, γκρέμισμα αγαλμάτων, ακόμα και των “Πατέρων του Έθνους”.
Όλα στο πλαίσιο μιας ατζέντας μελετημένης, αποτελούμενης από αιτήματα σκοπίμως ανεφάρμοστα, η παραπλανητική απλοϊκότητα των οποίων κρύβει [;] τους σκοπούς ενός “κινήματος” που χρηματοδοτούν “ύποπτα κέντρα”: ξαναγράψιμο της ιστορίας, με βάση το αφήγημα μιας δράκας χονδροειδών νεο-μαρξιστών, επίγονων των Ερυθροφρουρών της Μορφωτικής Επανάστασης. Η οποία, έτσι και αφεθούν αυτοί εδώ ανεξέλεγκτοι, θα θυμίζει βόλτα στο πάρκο.
Τι λέει ο ίδιος στα 1995: Το τραγούδι στην πραγματικότητα αφορά τον πόνο που πηγάζει από την προκατάληψη και το μίσος, είναι ο δικός μου τρόπος να τραβήξω την προσοχή σε κοινωνικά και πολιτικά προβλήματα. Είμαι η φωνή εκείνων που κατηγορήθηκαν και χτυπήθηκαν. Είμαι η φωνή όλων. Είμαι ο σκίνχεντ, είμαι ο Εβραίος, είμαι ο μαύρος, είμαι ο λευκός. Δεν είμαι αυτός που επιτίθεται. Πρόκειται για τις αδικίες που υφίστανται οι νέοι, και για τον τρόπο με τον οποίο το σύστημα τους αδικεί και τους κατηγορεί. Είμαι θυμωμένος και εξοργισμένος που κάποιοι διαστρεβλώνουν τόσο πολύ τους στίχους μου.
Με την ευκαιρία της 11ης επετείου του θανάτου του MJ, αναδημοσιεύω ένα κείμενό μου εκείνων των ημερών [ΗΧΟΣ, 7/2009]
MICHAEL JACKSON: CHILDHOOD’S END [1958-2009]
LARGER THAN LIFE
Όταν είσαι επαγγελματίας entertainer στα πέντε σου χρόνια και σούπερσταρ στα έντεκα, μοιραία, κάθε κεφάλαιο της ζωής σου προορίζεται να αποτελέσει λήμμα στο Guinness Book of Records. Η κατάσταση αυτή για τον Michael συνεχίζεται μετά θάνατον. To “Larger Than Life” δεν είναι κάτι σπάνιο. Το πρόβλημα με τον MJ ήταν ότι έγινε μεγαλύτερος από την δική του ζωή, μεγαλύτερος απ’ όσο μπορούσε ο ίδιος να αντέξει.
Ο άξονας γύρω από τον οποίο περιστρέφεται ο δημόσιος βίος, διαμορφώνει μοιραία την ιδιωτική μας ζωή. Ορίζεται από το δίπολο “ο Μεσσίας και ο Οργασμός του”, ο Chosen One και οι On the Edge εμπειρίες του, θέμα ιδανικό για storytellers που το λεξιλόγιό τους περιλαμβάνει περισσότερους αριθμούς από λέξεις. Αυτό που τους διαφεύγει συνήθως είναι ότι ο Μεσσίας αποτελεί Θυσιαστικό Πρότυπο. Για την ακρίβεια, κάνουν πως τους διαφεύγει. Κατά βάθος ξέρουν: ανεβάζοντας κάποιον στην κορυφή της διάκρισης, τον τοποθετούν στο σημείο απ’ όπου γίνεται καλύτερα ορατός …ως στόχος. Η είσοδος στην Ιερουσαλήμ και το ανέβασμα στον Γολγοθά είναι μέρη της ίδιας προδιαγεγραμμένης πορείας.
Η κούρσα του MJ προς το σουρεαλιστικό superstardom, παράλληλη με την εξέλιξη από το ηλεκτρονικό hi-energy funk των late ‘70s στην κυριαρχία του new jack swing στα early – middle ‘90s, θα μπορούσε να οριστεί ως: Μινιμαλιστική προσέγγιση στη μουσική, μαξιμαλιστική προσέγγιση στην εικόνα. Το εύφλεκτο υλικό υπήρχε ήδη στα γονίδια του ανδρός. Bλέποντάς τον με τους Jackson 5, τον φαντάζεσαι να δίνει τα πρώτα του σώου κρατώντας τέλεια τον ρυθμό με την κουδουνίστρα.
Μου είναι αδύνατο να φανταστώ χορευτή αντάξιο ενός τραγουδιού σαν το ‘Wanna Be Starting Something’ [γραμμένο από τον ίδιο, όπως και τα περισσότερα της σόλο καριέρας του. Ο Michael Jackson δεν ήταν η Madonna]. Ένα τραγούδι που σε κάνει να θέλεις, όχι να χορέψεις, αλλά να πετάξεις…Το άκουγα πάντα εκστατικός. Στ’ αυτιά μου κουβάλαγε μέσα του την ΙΔΕΑ του funk, μη επιδεκτική πραγμάτωσης με ανθρώπινα μέσα. Άλλωστε το background, με προεξάρχουσα την rhythm section, δεν είναι [αμιγώς] ανθρώπινο. Με τραγούδια όπως αυτό, η Πύλη για την υπέρβαση της ηλεκτρονικής κουλτούρας των ’90s έχει ήδη ανοίξει: “χορεύοντας με τις μηχανές” θα είναι από δω και μπρος το σύνθημα για τα μαζικά ακροατήρια.
Αν για κάποιους ο MJ υπήρξε ο Μεσσίας, κάποιοι άλλοι ήμασταν πιο συγκρατημένοι μαζί του, όντας, ας πούμε, οι “ψαγμένοι” της υποθέσεως.
Στην πίστα όλα αυτά πήγαιναν περίπατο. Έπρεπε κάποιος να διαθέτει ένα αξιοσημείωτο ζευγάρι αυτιά για να ακούσει τα ‘Wanna Be Starting Something’, ‘Don’t Stop Till You Get Enough’, ‘Thriller’, ‘Bad’, ‘Smooth Criminal’ μένοντας αδιάφορος. Έπρεπε επίσης να έχει ένα αξιοσημείωτο ζευγάρι πόδια, για να καθίσει ακίνητος.
ΜΟΥΣΙΚΟΧΟΡΕΥΤΙΚΗ ΠΑΡΕΝΘΕΣΗ
Ακούς μουσική ακίνητος, ή εν κινήσει [ας πούμε χορεύοντας]. Στην πρώτη περίπτωση έχεις την πολυτέλεια των κλειστών ματιών, της χαλάρωσης, και μιας ονειρικής ενάργειας που αισθητικοποιεί σκέψεις και συναισθήματα, ανακαλώντας εικόνες ή και δημιουργώντας τες [δεν μιλάω για χρήση ουσιών… υπό ιδανικές συνθήκες η μουσική αρκεί για να κάνει το θαύμα].
Στη δεύτερη περίπτωση, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η ανάγκη για χορό, για υπαγωγή στο ρυθμό, είναι προγενέστερη της “εκλεπτυσμένης” λειτουργίας της ακρόασης. Το θέμα που μας ενδιαφέρει όμως εδώ είναι άλλο: ακούγοντας εν κινήσει, τα μάτια παραμένουν ανοιχτά. Η οπτική επαφή είναι εκ των ων ουκ άνευ για τον χορό, λέξη που παραπέμπει, άλλωστε, στη λέξη ‘χώρος’. Ο χορός θέτει “εν χώρω” τους χορευτές και τους θεατές τους. Ο χορός αποτελεί ιδανική περίπτωση ρυθμισμένης χρονικά κίνησης στο χώρο. Όσο για την αντιμετώπιση του χρόνου με όρους του χώρου, αποτελεί βασική τεχνική της εξουσίας από την εποχή της Αναγέννησης και εντεύθεν.
Ας επιστρέψουμε στον Michael…
FUCK ART, LET’S DANCE
Στα τέλη δεκαετίας του ’70, συντελείται η οριστική μετάλλαξη της ποπ σε χορευτική μουσική, ή της χορευτικής μουσικής σε ποπ, όπως προτιμάτε. Σε οποιαδήποτε περίπτωση, το σύνθημα ήταν ένα: “Fuck art, let’s dance” και αποτελεί τη συμβολή των Madness στην φιλολογική κληρονομιά του 20ου αιώνα… Η επέλαση του ντίσκο και η ανατροπή της καθεστηκυίας τάξης του ροκ από το New Wave θα τρέψει σε άτακτη φυγή προς την πίστα όσους “βετεράνους” ήταν αποφασισμένοι να επιβιώσουν [από τον Bowie και τον Stevie Winwood μέχρι τους Genesis!]. Ταυτόχρονα, χάρη σε σχήματα όπως οι Talking Heads, τα όρια ανάμεσα στο funk και το New Wave προκύπτουν δυσδιάκριτα.
Για τον Michael δεν ετίθετο θέμα προσαρμογής, ή ανακάλυψης μιας νέας ταυτότητας. Στα είκοσί του μόλις, είχε κλείσει μια δεκαπενταετία υπηρετώντας μια μουσική που η διάδοσή της ξέφευγε πια από τα όρια της race music [Χρειάστηκε ο θάνατός του για να θυμηθεί η μαύρη κοινότητα, ξυπνώντας σαν από λήθαργο, τι οφείλει στον πρώτο μεγάλο crossover καλλιτέχνη της].
Αν ένας λόγος για την κυριαρχία της dance κουλτούρας σε μαύρα και λευκά ακροατήρια ήταν η διάδοση των drum machines και των ψηφιακών ηλεκτρονικών, ένας άλλος ήταν η οπτική της διάσταση, όρος επιβίωσης στο περιβάλλον της μουσικής τηλεόρασης. Η χορευτική μουσική θα γινόταν ένα με το MTV, γιατί, απλούστατα …ο χορός είναι θέαμα. Ο MJ θα γινόταν νομοτελειακά η πρωταγωνιστική φιγούρα του. Σε αντάλλαγμα, θα έδινε στο νεότευκτο μέσο μια αύρα από Hollywood Classic, πιάνοντας το νήμα από τις ταινίες τρόμου και πιο πίσω ακόμα, από το West Side Story.
Κοιτάζοντας πίσω όλα αυτά τα χρόνια, θα μπορούσε να πει κανείς ότι η ιστορία του MJ είναι η ιστορία της μουσικής τηλεόρασης, η άνοδος και η διαφαινόμενη σήμερα πτώση της. [Το 2009 είναι η χρονιά που το YouTube παίρνει οριστικά κεφάλι από τα τηλεοπτικά μουσικά κανάλια, τουλάχιστον για τις ηλικίες 14 – 24.]
Οι σκηνοθετικές υπερβολές, το status μουσικού Πλανητάρχη με το οποίο έφτασε να περιφέρεται στα τέλη των ’80s με αρχές των ‘90s, θα φέρει σε σημείο παροξυσμού την μήνη των tabloids. Η επιχείρηση ‘Wacko Jacko’ που στήθηκε στα ‘80s [έπρεπε άραγε να δίνει κάποιος λόγο σ’ αυτούς για το αν θα κάνει πλαστική επέμβαση, αλλαγή χρώματος ή οτιδήποτε;] δεν απέδωσε καρπούς. Μετά, ήρθε η υπόθεση Chandler για να κλονίσει τον βασιλιά στο θρόνο του. Μου φαίνεται αδιανόητο κάποιος που κάνει καριέρα από τόσο μικρός, κάποιος που κυκλοφορεί παντού με γάντια και περνάει ώρες σε θαλάμους αποστείρωσης, να ήταν τόσο απρόσεκτος με κάτι τέτοιο. Του έλειπαν οι τρόποι και τα μέσα να πάρει κρυφά κάτι, αν το ήθελε; Έχουμε κάποιο λόγο να θεωρούμε υπεράνω υποψίας εκείνους που τον κατηγόρησαν; Ή μήπως δεν υπάρχουν ‘τέτοιοι άνθρωποι’, άνθρωποι που μηχανεύονται σχέδια για να λύσουν το οικονομικό τους πρόβλημα; Η πρώτη νύξη για εξωδικαστικό διακανονισμό έγινε από την πλευρά της οικογένειας Chandler…
NEVERLAND
Η ταύτισή του με τον Peter Pan ήταν σωτήρια κίνηση …ίσως γιατί έγινε χωρίς σκοπιμότητες. Ήταν αυτή που πρόσφερε άλλοθι και επιχειρήματα στις δύσκολες στιγμές, εκμαιεύοντας συμπόνια και περισώζοντας ό,τι μπορούσε να περισωθεί από την “κακία του κόσμου”.
Για να κοιμηθεί, o Michael είχε ανάγκη να βλέπει στη οθόνη τον αγαπημένο του Ντόναλντ. Πίστευε ότι ο κόσμος του Disney είναι ο αληθινός κόσμος [κάποιοι τον καταλαβαίνουμε απόλυτα σ’ αυτό. Δεκαετίες από τότε που αγόρασα το τελευταίο Μίκυ Μάους, πιστεύω ακόμα ότι η Λιμνούπολη, ο θείος Σκρουτζ, ο Ντόναλντ και τα ανηψάκια ΥΠΑΡΧΟΥΝ κάπου, με υλική υπόσταση, και δεν εννοώ την Ντίσνεϊλαντ…] Μπαίνοντας στις showbusiness από την προσχολική ηλικία, είσαι καταδικασμένος: το virtual είναι η μόνη σου διέξοδος προς την πραγματικότητα.
Το virtual άλλωστε, με την έννοια του “να ζεις στο δικό σου κόσμο”, είναι η κατεξοχήν παιδική κατάσταση. Το παιδί κάθεται αναπαυτικά, κοιτάζει γύρω του και απολαμβάνει. Δεν χρειάζεται να φροντίσει για τίποτα, κάποιοι άλλοι έχουν φροντίσει τα πάντα. Κάποιοι από τους οποίους είναι εντελώς εξαρτημένο.
END OF AN ERA
Ο Michael ήταν πρόσωπο της μοίρας. Οι ζωές των μοιραίων ανθρώπων περιέχουν συμπτώσεις και συμβολισμούς – κλειδιά για την κατανόηση της εποχής τους. Για κείνον η εμμονή στην παιδική ηλικία ξεκίνησε ως αδήριτη ανάγκη. Ισχύει για όσους τύχει να μπουν από μικροί στα βάσανα: ένα μέρος του εαυτού μένει καθηλωμένο στην ηλικία που επήλθε η πρόωρη ωρίμανση… Η διάδοση όμως αυτής της εμμονής ως επιδημίας πλανητικών διαστάσεων [μετατροπή της ζωής μας σε virtual, αθρόα, άτακτη φυγή ενηλίκων προς την παιδική ηλικία…] έχει σκοτεινές πτυχές και αιτίες, στις οποίες έχουμε αναφερθεί συχνά και δεν είναι η κατάλληλη στιγμή για να το ξανακάνουμε.
Ο άνθρωπος που στέφθηκε βασιλιάς ελέω τηλεόρασης, κλονίζεται στο θρόνο του πρώτη φορά, ταυτόχρονα με την μαζική έκρηξη του Διαδικτύου [1993]. Στα 16 χρόνια που μεσολάβησαν από τότε, θα υποστεί ένα σωρό ταλαιπωρίες, επαγγελματικές, υγείας, προσωπικές, συμπεριλαμβανομένης μιας ακόμα κατηγορίας για αποπλάνηση. Εν έτει 2009, χρεωμένος, άρρωστος και περιστοιχισμένος από κομπογιαννίτες [για να κοιμηθεί έπαιρνε φάρμακα που χρησιμοποιούνται ως αναισθητικά στις εγχειρήσεις] βρίσκεται αντιμέτωπος με την προοπτική 50 συναυλιών αντί των “10 τελευταίων” που ήταν προγραμματισμένες. Αποφάσισε ότι δεν πήγαινε άλλο. 45 χρόνια στις business παραήταν πολλά, κι ο κόσμος γύρω του παραήταν διαφορετικός απ’ αυτόν που είχε πρωτογνωρίσει. “Κάτι” μέσα του έδωσε το σύνθημα, ο οργανισμός συνωμότησε με κάποιον άλλο εαυτό του. Έφυγε, αλαφροπάτητος όπως πάντα.
Είναι Κυριακή, οι Ουρανοί Διηγούνται Δόξαν θεού, μεθαύριο είναι η κηδεία του Michael. Ο παγκόσμιος αναβρασμός, χυδαία εικονογραφημένος στα κανάλια [όλο και πιο χυδαία, όσο έρχονται μαντάτα για νέα ρεκόρ και αστρονομικές μετά θάνατον πωλήσεις] κλιμακώνεται. Με συγκινεί όμως να βλέπω ανθρώπους να συρρέουν στη Neverland ή στο τελευταίο σπίτι του Michael στο LA. Προτιμότερη η αγάπη του άδολου φαν από την ξινίλα του “εναλλακτικού”, που “δεν γουστάρει τους σταρ”, και καμαρώνει διάφορους λεχρίτες για την “αυθεντικότητά” τους. Αισθάνομαι αλληλέγγυος με όλους όσους πίστεψαν σ’ εκείνον, όλους όσους σύνδεσαν με τη μουσική του στιγμές της ζωής τους. Γιατί μπορεί ο ίδιος να έμεινε πάντα ένα παιδί. Όμως, με ένα τρόπο μαγικά παράδοξο, για όλο αυτό τον κόσμο ήταν μια πατρική φιγούρα.
Discover more from OANNES
Subscribe to get the latest posts sent to your email.