O Jonathan Philip Chadwick Sumption, Λόρδος Sumption, επιφανής Άγγλος δικαστής και ιστορικός ειδικευμένος στην Μεσαιωνική περίοδο, προβάλλοντας στο σήμερα την γνώση του από προγενέστερες περιόδους, προβλέπει ότι τα μέτρα στην πατρίδα του [επομένως …και στις δικές μας] θα διαρκέσουν για πολλά χρόνια ακόμα, καθώς η χώρα θα συνεχίζει τον πόλεμο εναντίον του Covid. Το ερώτημα πώς ένας μη ειδικός μπορεί να κάνει προβλέψεις για το μέλλον, μιλώντας για μια κατάσταση που από πολλούς ειδικούς χαρακτηρίζεται πρωτοφανής, έρχεται άμεσα στο μυαλό του αναγνώστη. Όχι όμως και του δημοσιογράφου της Daily Mail που συνομιλεί με τον ιστορικό, ώστε να ζητήσει διευκρινίσεις. Ο Λόρδος Sumption θα συνεχίσει λέγοντας ότι τα μέτρα όπως το lockdown, η μάσκα, το social distancing, θα διαρκέσουν όσο και η περίοδος του δελτίου διανομής τροφίμων στην Αγγλία μετά τον ΒΠΠ : για εννέα χρόνια, μέχρι το 1954. “Είναι πολιτικά μη ρεαλιστικό να περιμένει κανείς ότι η κυβέρνηση θα κάνει πίσω τώρα. Οι άνθρωποι στην περίοδο μετά τον ΒΠΠ υποστήριζαν το δελτίο γιατί πίστευαν στον κοινωνικό έλεγχο. Το ίδιο συμβαίνει και τώρα. Ο κόσμος αισθάνεται ασφαλής με τα μέτρα”. Ο Lord Sumption δεν μασάει τα λόγια του ως προς αυτά, χαρακτηρίζοντας την εποχή μας εποχή μαζικής υστερίας και εξαπάτησης.
Η απάντηση τώρα στην προηγούμενη ερώτηση [πώς ένας ιστορικός μπορεί να κάνει εικασίες για τη διάρκεια μιας πανδημίας, και ως εκ τούτου των μέτρων που θα εξακολουθήσουν να λαμβάνονται για τον έλεγχό της] είναι ότι …αρκετοί ελεγχόμενοι από το κράτος επιστήμονες προετοιμάζουν τον κόσμο για την προοπτική οι περιορισμοί «λόγω κορωνοϊού» να κρατήσουν χρόνια.
Η Mary Ramsay, επικεφαλής του προγράμματος ανοσίας λέει στο BBC : “πιστεύω ότι αυτό θα διαρκέσει αρκετά χρόνια, έως ότου τα άλλα μέρη του πλανήτη θα εμβολιαστούν καλά όσο εμείς, και οι αριθμοί θα έχουν μειωθεί παντού. Τότε θα είναι που θα μπορούμε να πάμε σταδιακά σε μια πιο φυσιολογική κατάσταση”.
Προσέχοντας την επιλογή των λέξεών της κυρίας Ramsay … αρχίζεις να ψάχνεις κυριολεκτικά για το ρεβόλβερ σου.
H Jenny Harries, απ’ την άλλη, “deputy chief medical officer”, αφήνει μια ελπίδα να μη χρειάζεται να φοράμε …συνέχεια μάσκες τους καλοκαιρινούς μήνες. Προσθέτοντας με νόημα ότι, καθώς μπαίνει το φθινόπωρο και πλησιάζει ο χειμώνας …τα μέτρα επαλαμβάνονται.
Αξιοπρόσεκτο είναι το μοτίβο που θα δούμε να κυριαρχεί παντού όσο εξελίσσεται η “πανδημία”, σε όλα τα καίρια κυβερνητικά και δημοσιογραφικά πόστα : “δυναμικές”, τουτέστιν, κωλοπετσωμένες γυναίκες – μαμαδίτσες, η αμφισβήτηση προς τις οποίες θα ισοδυναμεί με σεξιστικό έγκλημα.
Discover more from OANNES
Subscribe to get the latest posts sent to your email.
Μα ένας ειδικός της μεσαιωνικής ιστορίας είναι ο κατεξοχήν αρμόδιος να κάνει αξιόπιστες προβλέψεις εις την παρούσαν συγκυρίαν..😉
Αυτό να λέγεται. Φοβάμαι ότι αυτό που προετοιμάζεται για μας θα είναι ακόμα χειρότερο, πχ. μέσω της ολικής έκλειψης της αισθητικής.
Παρεμπιπτόντως μόλις πριν μου επισήμαναν και άκουσα το καινούργιο τραγούδι της Μόνικα για την …Ελλάδα. Αξίζει να το ακούσεις γκουγκλάροντας Ellada 21. Ένα αδιεξοδικό, θρηνώδες, φρικαλέο πραγματάκι που απορεί κανείς τι είχε στο μυαλό του το άτομο την ώρα που το έγραφε [το πρώτο της άλμπουμ υπήρξε έως και συγκινητική έκπληξη. Από κει και πέρα…]
Να σου πω ποτέ δεν έτυχε νασχοληθώ με την περίπτωσή της but.. that one is pretty awful alright. Κατά τα φαινόμενα πάντως ετοιμάζεται για φούντο η μουσική παραγωγή γενικότερα. Πρώτα το ίντερνετ, μετά ο κορωνοϊός.. Και δεν είναι μόνο το οικονομικό. Τι έμπνευση μπορεί να έχει κανείς μέσα σε τέτοιο περιβάλλον; Κι εγώ το πιστεύω πως η καταστροφή των τελευταίων ψηγμάτων πολιτιστικής δημιουργίας αποτελεί θεμελιώδη επιδίωξη του εκτελούμενου σχεδίου. Και σε αυτόν τον τομέα φυσικά, όπως και στους υπόλοιπους, πρόκειται απλώς για επιτάχυνση διαδικασιών που έχουν ξεκινήσει από καιρό..
Ως προς το τι έμπνευση μπορεί να έχει κανείς μέσα σε τέτοιο περιβάλλον …επίτρεψέ μου να διαφωνήσω, από όσο μπορώ και δικαιούμαι να κρίνω εξ ιδίων.
Έτσι κι αλλιώς, όμως, ένα είδος δημιουργικής [;] παράκρουσης που μπορεί να έχει καταλάβει εμένα και άλλους, αφορά περισσότερο στις προσωπικές μας άμυνες. Και εν πάση περιπτώσει δεν ξέρω κατά πόσο το “προϊόν” είναι από αυτά θα μπορούσαν να παίξουν ρόλο στην κοινωνία, πολλώ δε μάλλον να μπουν σε …λαϊκή ετυμηγορία. Η αίσθηση είναι αυτή του “pourquoi et pour qui?”
Απλώς, στο μυαλό του “δημιουργού” η επίγνωση της ματαιότητας “καθαγιάζει” την πρόσθεση πίσω από την πράξη, το ότι γίνεται δηλ. just for the fuck of it.
Με την πιθανότητα πάντα όλα αυτά είναι ψευδαισθήσεις, για να ‘χουμε να λέμε και να νιώθουμε καλύτερα.
Εξαιρέσεις πάντα θα υπάρχουν σε όλους τους τομείς, αλλά με το πέρασμα του χρόνου γίνονται όλο και περισσότερο ..εξαιρέσεις. Πολλοί δημιουργοί αντλούν την όποια δύναμή τους αποκλειστικά και μόνο από την “εποχή”, με αποτέλεσμα να καταρρέουν μαζί της όταν αυτή καταρρέει, άλλοι πάλι έχουν μια εσωτερική πηγή που δύσκολα στερεύει, ετερόφωτοι και αυτόφωτοι. Από την άλλη θα μπορούσε κανείς να πει ότι καιρός ήταν επιτέλους να ξεχωρίσουν οι αμνοί από τα ερίφια, τουτέστιν το δημιουργικό μέρος της τέχνης από το “εμπορικό”, αν και προσωπικά δεν πιστεύω πως θα μπορούσε ποτέ η τέχνη να γίνει κάτι σαν “ιδιωτική γλώσσα”, χωρίς νοητή έστω σύνδεση με κάποιο φανταστικό κοινό. Αρκετοί θα το βλέπουν σίγουρα διαφορετικά, προσωπικά πάντως δυσκολεύομαι να φανταστώ ένα κοινό αποτελούμενο από υποτακτικούς μασκοφόρους που φοβούνται τη σκιά τους.
Ως προς τους αμνούς και τα ερίφια συμφωνώ 100%. Η άποψή μου ήταν πάντα ότι ο τρόπος να ξεχωρίσουν αυτά τα δύο θα ήταν η εξαφάνιση όλων εκείνων που θεωρεί δεδομένα ο “μεγαλόπνοος δημιουργός” ως αμοιβή για το ταλέντο του. Ο Άιζεντσάιν έμενε στη Μόσχα σ’ ένα διαμέρισμα με άλλα 6 άτομα. Και ήταν ο fucking Άιζενστάιν. Δεν ξέρω πόσο “κομμουνιστική” ακούγεται η άποψή μου, αλλά το θεωρώ αυτό πολύ πιο καλαίσθητο και υγιές από τα δισεκατομμύρια του Πολ ΜακΚάρτνεϊ, ας πούμε.
Η άποψή μου ήταν οτι μόνο ένα καθεστώς “μοναχισμού” για τον καλλιτέχνη θα ξεχώριζε εκείνους που μπαίνουν στο χώρο για εξωκαλλιτεχνικούς λόγους [“να κερδίσουν …ένα εκατομμύριο δολάρια”, “ν’ αλλάξουν τον κόσμο”, “να μείνουν στην ιστορία”] από εκείνους που απλώς είναι “καταδικασμένοι να ασχολούνται”. Απο κει και πέρα βέβαια το θέμα δεν θα έπαυε να σκαλώνει στη “δημοκρατικότητα” της επιλογής και στον τρόπο διανομής του προϊόντος [γάμησέ τα, για τα πραγματικά προβήματα του ανθρώπου, απλώς …δεν υπάρχει λύση].
Η σύνδεση με το φανταστικό κοινό που λες υπάρχει ούτως ή άλλως, και δεν νομίζω ότι η οποιαδήποτε γλώσσα όσο “ιδιωτική” κι αν φαίνεται δεν θα είχε πρόσβαση με τις κατάλληλες συνθήκες σε κάποιο αληθινό.
Εδώ υπάρχει και μια παρεξήγηση : υπάρχουν άνθρωποι μη προσβάσιμοι εκ της φύσεως αυτού που κάνουν – παράδειγμα κάποιος σαν τον Σένμπεργκ ή τον Πιέρ Μπουλέζ : η μουσική τους, ανεξαρτήτως αξίας, ουδέποτε απέκτησε κοινό, για μια πλειάδα λόγων, ένας από τους οποίους είναι φυσικά η ίδια.
Υπάρχουν όμως και άλλοι που απλώς δεν ήταν καλοί στο self-promoting, μη βρίσκοντας τρόπο να φέρουν σε επαφή τον κόσμο με ένα έργο το οποίο θα ήταν κάλιστα προσβάσιμο.
…Ως προς την αισθητική πάντως, πιστευω ότι η ακύρωσή της αποτελεί ένα από τους παράγοντες που έχουν επιτρέψει αυτή την κατάσταση. Απλά πράγματα: ελάχιστοι προφανώς αισθάνονται ένα κόμπο στο λαιμό βλέποντας, καταμεσίς μιας άδειας πλατείας, ένα γεράκο καθισμένο σ’ ένα παγκάκι [ψυχή ζωσα πουθενά] φασκιωμένο μέχρι τα μπούνια με μια μάσκα. Αυτό δεν είναι μόνο αξιοθρήνητο. Είναι ΠΟΛΥ άσχημο. Όπως γενικά όλος αυτός ο μαζοπολτός των μασκοφόρων όπου γυρίσεις να δεις.
Πιστεύω ότι η “μεθοδευμένη” ακύρωση μιας ενστικτώδους πρόσβασης που είχε ο κόσμος στην αισθητική, είναι που τον κάνει να δέχεται τα πάντα.
Αν και συμφωνώ ουσιαστικά σε όλα, κρατάω μια επιφύλαξη για το ζήτημα των χρημάτων, της δόξας και των σχετικών, τα οποία σε μερικούς ανθρώπους φέρνουν κατά τα φαινόμενα ιδιαίτερη έμπνευση, με τον ίδιο περίπου τρόπο που φέρνουν ..ανάταση στους επαγγελματίες του σεξ, ενώ μπορεί να έχουν το αντίθετο αποτέλεσμα σε αθεράπευτους αισθηματίες. Επιπλέον τείνω προς την άποψη ότι δεν υπάρχει τέχνη απροσπέλαστη per se για το ευρύτερο κοινό. Δεν βλέπω γιατί το techno ή το death metal για παράδειγμα βρίσκονται πιο κοντά στη καθημερινή αντίληψη περί μουσικής σε σχέση με τον Σένμπεργκ ή τον Ξενάκη, ακόμα κι αν περιοριστούμε στην “δυτική” μουσική αντίληψη whatever that is. Το γεγονός ότι μια “τέτοια” μουσική επί της ουσίας είναι καταδικασμένη να παραμείνει ακατανόητη στην πλειοψηφία των ακροατών, δεν είναι αποφασιστικής σημασίας, αφού είναι κάτι που ισχύει τόσο για τον Ayler π.χ. όσο και για τους Beatles. Μπορώ κάλλιστα να φανταστώ μια κοινωνία στην οποία ο πρώτος θα είναι ο κανόνας και οι δεύτεροι το περιθώριο, για να μη σου πω δηλαδή ότι κάτι τέτοιο φαντάζει απόλυτα φυσιολογικό σε σχέση με τις τερατώδεις καταστάσεις που βιώνουμε τη σήμερον. Εδώ μέχρι και η φιλοσοφία είχε γίνει της μόδας σε ορισμένη περίοδο της αρχαιότητας, ασχέτως που είναι συζητήσιμο το κατά πόσον έγινε ποτέ κατανοητή όχι μόνο στο κοινό της εποχής, αλλά και στους μετέπειτα ειδήμονες. Το φυσικό ταλέντο στις δημόσιες σχέσεις, η κατάλληλη πολιτικοκοινωνική συγκυρία και τελικά η καθαρή τύχη αποτελούν κατά τη γνώμη μου επαρκείς εξηγήσεις για οποιαδήποτε περίπτωση επιτυχίας ή αποτυχίας.
Σίγουρα ισχύει το περί δόξας χρήματος κλπ. Άλλωστε αυτό που λέμε ταλέντο δεν είναι αποκλειστικό προνόμιο του “αληθινού καλλιτέχνη”. Οι πάντες [λέμε τώρα] έχουν δικαίωμα σ’ αυτό, οι πάντες μπορούν να έχουν ένα κομμάτι απ’ την πίτα. Μια δημιουργική περίοδο, ας πούμε, η οποία για τους περισσότερους περνάει σύντομα ανεπιστρεπτί. Αυτή δεν είναι η περίπτωση με τους περισσότερους “ροκ καλλιτέχνες” οι οποίοι από 40 χρόνων και μετά, για να μην πω κι από 30, παύουν να κάνουν ενδιαφέροντα πράγματα; και περιλαμβάνω σ’ αυτό μερικούς από τους πιο αγαπημένους μου.
Ως γνωστόν σε χώρους όπως η jazz και [ιδίως] η κλασική δεν πολυ-υπάρχει αυτό. Για να μην πω ότι συχνά τα ουσιαστικότερα έργα εδώ έρχονται με την ωριμότητα. “Ακραίο” παράδειγμα ο Βέρντι που έγραψε την [απίστευτη] όπερά του “Φάλσταφ” στα 79.
Από την άλλη, ποιος μπορεί να είναι σίγουρος ότι ένα όντως τεράστιο ταλέντο δεν μπορεί να καταστραφεί σε νεαρή ηλικία; Ως γνωστόν, “genius is a delicate flower”.
Τώρα ως προς τον Σένμπεργκ και ιδίως τον Ξενάκη υπάρχουν εγγενή ζητήματα ως προς τον …κατασκευαστικό τομέα που αποκαμακρύνουν δραματικά το αποτέλεσμα από την καθιερωμένη αντίληψη αιώνων. Θα προσπαθήσω να το κάνω αντιληπτό με ένα παράδειγμα. Ως γνωστόν, οι σοβαροί επαγγελματίες του κλασικού χώρου διαβάζοντας μια παρτιτούρα, “ακούνε” τη σύνθεση στο μυαλό τους. Όταν λοιπόν ο Μάλερ [επιφανής μαέστρος, εκτός από συνθέτης] πρωτοπήρε μια παρτιτούρα του Σένμπεργκ στα χέρια του και την διάβασε, αναφώνησε το περίφημο : “με συγχωρείτε κύριε, αλλά …δεν σας ακούω”.
Καλά δεν επιμένω υπερβολικά περί του απαγορευτικού ή μη χαρακτήρα μιας ορισμένης αντίληψης για τη μουσική, αν και ο Μάλερ συγκεκριμένα ήταν κολλημένος σε μια κάπως αναχρονιστική έως γραφική για την εποχή του αντίληψη περί κλασικότητας. Προσωπικά τον βαριέμαι αφόρητα, σε αντίθεση π.χ. με τα ύστερα κλασικιστικά του Στραβίνσκι που μου αρέσουν περισσότερο από τις πρώιμες ¨επαναστατικές” του δημιουργίες. Anyway το σοκ που μου προκάλεσε η κρίση του κορωνοϊού έχει ωθήσει τον σκεπτικισμό μου σε new highs, τουτέστιν από τη στιγμή που καταστάσεις καταφανώς ανώμαλες φτάνουν εν μια νυκτί να θεωρούνται από τους πάντες ως η νέα κανονικότητα, τείνω να πιστέψω πλέον ότι ..μετά τις μάσκες όλα επιτρέπονται!
Εμένα ο Σένμπεργκ μου αρέσει και πολύ μάλιστα. Περισσότερο από τον Μάλερ – ο οποίος πάντως δεν ήταν ακριβώς …ελάσσων συνθέτης, απλώς δε είναι τόσο του γούστου μου. Με τεράστιες εξαιρέσεις όμως: δεν θα ξεχάσω ένα είδος περιοδείας που είχα κάνει ως “επαγγελματίας μουσικός” στη Ρόδο, late ’80s, στη διάρκεια της οποίας άκουγα ως επί το πλείστον δυο πράγματα: Flesheaters και Μάλερ [την συγκλονιστική Πέμπτη]. Τώρα, το πόσο μαγικά δένουν ως ανάμνηση το σατανιστικό γκαράζ, η υστερορομαντική ορχήστρα και τα μεσαιωνικά κάστρα της Ρόδου, “μόνο εγώ το ξέρω”…😊