Η vintage επιτυχία του Kanye West από το άλμπουμ του 2018, Ye, βασισμένη σε δυο τραγούδια των ‘60s. Μια πρόταση του stcigar για το αφιέρωμα μας στη μουσική για φαντάσματα.
Kanye West’s vintage hit from his 2018 album, Ye, based on two ‘60s songs. A proposal from stcigar, for our tribute to music for ghosts.
Some day, some day
Some day I’ll, I wanna wear a starry crown
Some day, some day
Some day I wanna lay down, like God did, on Sunday
Hold up, hold up
Some days, some days
I remember this on Sunday
Back way, yeah way, way
Some day, mmm, mmm
Some day, I wanna tell everybody, some days
I wanna hit the red dot, I’ll never find
Some days, some
Each one, knowing how ‘m livin’, smokin’ marijuana
Now I’m livin’ high, doin’ what I wanna, some days
I’ve been tryin’ to make you love me
But everything I try just takes you further from me
Some day we gon’ set it off
Some day we gon’ get this off
Baby, don’t you bet it all
On a pack of Fentanyl
You might think they wrote you off
They gon’ have to rope me off
Some day the drama’ll be gone
And they’ll pray, it’s not enough
Sometimes I take all the shine
Talk like I drank all the wine
Years ahead but way behind
I’m on one, two, three, four, five
No half-truths, just naked minds
Caught between space and time
This not what we had in mind
But maybe some day
I’ve been tryin’ to make you love me
But everything I try just takes you further from me
Oh, once again I am a child
I let it all go (go), of everything that I know, yeah
Of everything that I know, yeah
And nothing hurts anymore, I feel kinda free
We’re still the kids we used to be, yeah, yeah
I put my hand on the stove, to see if I still bleed
Yeah, and nothing hurts anymore, I feel kinda free
We’re still the kids we used to be, yeah, yeah
I put my hand on the stove, to see if I still bleed
Yeah, and nothing hurts anymore, I feel kinda free
We’re still the kids we used to be, yeah, yeah
I put my hand on the stove, to see if I still bleed
Yeah, and nothing hurts anymore, I feel kinda free
We’re still the kids we used to be, yeah, yeah
I put my hand on the stove, to see if I still bleed
Yeah, and nothing hurts anymore, I feel kinda free
Discover more from OANNES
Subscribe to get the latest posts sent to your email.
Ίσως το Kids See Ghosts να ήταν πιο ταιριαστό για το αφιέρωμα, ετούτο εδώ μου αρέσει όμως περισσότερο μουσικά. Παρεμπιπτόντως πολλά παιδιά βλέπουν φαντάσματα μέχρι το δημοτικό, στην εφηβεία έχουν περιστασιακά encounters με τη Μόρα, ενώ το αίσθημα του deja vu εξασθενίζει σταδιακά με την εμπειρία παρόλο που θα έπρεπε κανονικά να συμβαίνει το αντίθετο. Και ύστερα γίνονται know-it-all grownups και ησυχάζουν..
Προσωπικά δεν έχω δει ποτέ φάντασμα, ούτε ως παιδί ούτε αργότερα. Ούτε encounter με τη Μόρα ούτε ο,τιδήποτε παρόμοιο. Απλώς, από και μέχρι μια ηλικία [10-15], είχα την αίσθηση ότι το δωμάτιό μου ήταν τρόπον τινά …ένα ενυδρείο, ότι ήταν διαποτισμένο με μια ουσία μεταξύ αέριας και υγρής, απτή και μη απτή ταυτόχρονα, μέσα στην οποία βρισκόμουν …στο στοιχείο μου.
Κάποια στιγμή [που τη θυμάμαι ακόμα] συνειδητοποίησα ότι αυτή είχε εξαφανισθεί. Δεν ξαναεμφανίσθηκε ποτέ. Το είχα θεωρήσει σαν πέρασμα σε ένα νέο chapter, ενηλικίωσης όχι με την καλή έννοια.
Εννοείται ότι τα περί “οργόνης” κλπ., που θα μπορούσαν να μου έχουν προκαλέσει κάποια αυθυποβολή, τα διάβασα αργότερα.
Ως προς το περί grown-ups που λες συμφωνώ απολύτως. Ένα από τα καλά που μου έχουν τύχει [δεν το θεωρώ “κατόρθωμα”, καθότι δεν το επέλεξα] είναι ότι ενώ διάβασα το κομμουνιστικό μανιφέστο στα 12, ενώ ακόμα διάβαζα μικυμάους, συνέχισα το μικυμάους παράλληλα με τις “μαρξιστικές σπουδές μου”.
Εμένα μου είχε τύχει μία φορά παιδάκι που ήμασταν μόνοι στο σπίτι με την αδερφή μου. Ακούγαμε καθαρά όλο το βράδυ κάποιον.. άνθρωπο να θορυβεί στην κουζίνα και κρυβόμασταν κάτω από τα στρώματα έντρομοι μέχρι να γυρίσουν οι δικοί μας. Κανένας δεν είχε μπει στο σπίτι, ούτε είχαμε κάποιο ζώο. Ξέρω πάντως πολλές περιπτώσεις με παιδιά γνωστών, τα οποία όχι μόνο έβλεπαν διάφορους μέσα στο σπίτι, αλλά και μιλούσαν μαζί τους σα να μην έγινε τίποτα. Τα παιδιά ως γνωστό είναι λιγάκι μυθομανή, αποκλείεται όμως να λένε όλα ψέματα. Η Μόρα περιέργως μου εμφανίστηκε μαζί με άλλα φαινόμενα μετά τα 30 και από τότε με ακολουθεί παντού, τα τελευταία χρόνια ευτυχώς όλο και λιγότερο. Για το συγκεκριμένο ζήτημα θα μπορούσα να γράψω ένα τεράστιο βιβλίο με τις πλέον απίθανες, τις πλέον εξωπραγματικές περιγραφές, χωρίς να χρειαστεί να βάλω απολύτως τίποτε από τη φαντασία μου.
Δεν βλέπω γιατί να μη λένε [σχεδόν] όλα ψέματα, δεδομένου του ότι δεν είναι καν ανάγκη να είναι ψέματα, αλλά παιχνίδια της φαντασίας σε συνδυασμό με “τεχνική” προσέλκυσης προσοχής.
Η Μόρα τώρα είναι άλλου παπά ευαγγέλιο και δεν μπορώ να έχω άποψη. Περί “δαιμονικών οντοτήτων” τείνω πολύ πιο ευήκοον ους παρά περί φαντασμάτων-που-ενοχλούνε-τους-ανθρώπους.
Δεν αποκλείεται βέβαια κι αυτή να συνδέεται με οργανικού τύπου πρόβλημα, το οποίο αυτομάτως μεταπλάθεται σε σενάριο από ένα μυαλό εν εγρηγόρσει. Το ίδιο το όνειρο άλλωστε [ιδίως μια απότομη τροπή του] αποτελεί συχνά σεναριακή ανταπόκριση σε κάποιο οργανικό ζήτημα.
Μιλάω [πάντα] από βιωματική βάση : Χρόνια πολλά πίσω, έχω πρόβλημα με ένα δόντι. Μεταξύ ύπνου και ξύπνιου όντας, “βλέπω” να ξεπροβάλλει, μέσα στο στόμα μου, απ’ το συγκεκριμένο δόντι, ένας μικροσκοπικός, …κακός εαυτός μου. Εκείνη τη στιγμή ακριβώς αρχίζει ο πόνος.
Εννοείται ότι καλό είναι να κρατάμε πάντοτε μικρό καλάθι. Αν δεν μου είχαν τύχει προσωπικά διάφορες μαλακίες, να πω την αμαρτία μου δεν θα πίστευα τίποτα – που και τώρα δηλαδή το ίδιο κάνω στις περισσότερες περιπτώσεις. Η εύλογη ερμηνεία που προτείνεις πάντως δεν είναι απαραιτήτως ασύμβατη με την ύπαρξη περίεργων οντοτήτων, αφού η σωματική αντίληψη διαφέρει από άτομο σε άτομο, σε σημείο που τα όρια σωματικού και πνευματικού να γίνονται δυσδιάκριτα. Η σημαντικότερη κατά τη γνώμη μου ένδειξη για την ύπαρξη φαντασμάτων με συγκεκριμένη ταυτότητα (φίλοι, συγγενείς κλπ) είναι το απολύτως εξακριβωμένο από τις πιο ανυποψίαστες πηγές γεγονός ότι τα βλέπουν οι άνθρωποι που βρίσκονται στα τελευταία τους ως απόλυτα σωματικές παρουσίες. Μπορεί φυσικά κανείς να προτείνει και πάλι διάφορες ψυχοβιολογικές εξηγήσεις, οι οποίες όμως δεν στηρίζονται στην πραγματικότητα πουθενά.
Γενικότερα τείνω να συμφωνήσω με την άποψη του Φίλιπ Ντικ που έγραφε στα τελευταία του ότι, όσον αφορά τα “μεταφυσικά φαινόμενα” και τα σχετικά, το 99% των περιπτώσεων αποτελείται από απάτες και αυταπάτες. Παραμένει όμως ένα μικροσκοπικό 1% που δεν επιδέχεται καμία εξήγηση πέραν της.. προφανούς. Και που, αν τελικώς αληθεύει, τότε αναιρεί τα πάντα. Εννοείται ότι ως diehard ορθολογιστής (τρομάρα μου) που ήμουνα όταν το πρωτοδιάβασα, δεν πίστευα ούτε στην ύπαρξη αυτού του 1%. Αργότερα το πίστεψα the hard way και πάλι διστακτικά. Υπάρχει εξάλλου ένα εγγενές και αξεπέραστο κατά τη γνώμη μου πρόβλημα στην “επιστημονική έρευνα” των “μεταφυσικών φαινομένων”: ότι σου εμφανίζονται όταν θελήσουν αυτά και όχι όταν τα κυνηγήσεις εσύ. Και πάντοτε προσωπικά.
Θεάσεις περίεργων όντων, όχι φαντασμάτων, έχουν καταγραφεί και από πρόσωπα του στενού οικογενειακού μου περιβάλλοντος.
Επίσης, ο παπούς μου στα τελευταία του [102 χρόνων] έβλεπε το γνωστό φαινόμενο των νεκρών συγγενών και φίλων, άσε που άκουγε και “μια ωραία μουσική” [“εσύ το έπαιζες αυτό προηγουμένως;” μου έλεγε – δεν έπαιζα τίποτα, αλλά έκανα το κορόιδο]
Ως προς τις θεάσεις πάντως προ του τέλους, θυμάμαι διήγηση διακεκριμένου επιστήμονος [καθηγητή πανεπιστημίου ψυχιατρικής], back in the middle ’80s, περί μιας ετοιμοθάνατης γυναίκας, η οποία ανάμεσα στα κλασικά πρόσωπα νεκρών συγγενών κλπ., βλέπει ξαφνικά …την ολοζώντανη κόρη της. Η οποία όπως μαθεύτηκε λίγο αργότερα, δεν ήταν τελικά και τόσο ολοζώντανη : είχε σκοτωθεί τη στιγμή της “εμφάνισής της” σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα. Τώρα, ξέρω γω; Αργότερα συνειδητοποίησα ότι αυτό κυκλοφορεί ευρύτερα ως ιστορία, ως εκ τούτου άρχισα να αμφιβάλλω για την αξία της περιγραφής του γεγονότος – ως “προσωπικής εμπειρίας”.
Γενικώς υπάρχει όπως θα ξέρεις τεράστια φιλολογία επί του θέματος. Αξιοσημείωτο μέρος αυτής είχα αφομοιώσει στα ’20s μου, αλλά δεν κατάφερα να πεισθώ για τίποτα.
Το μόνο που έχει μείνει σταθερό είναι η αδυναμία μου στα “μεταφυσικά” θρίλερ.
Βασικά για μένα όλα ξεκίνησαν σε κείνο το καταραμένο σπίτι στο Γαλάτσι, όπου κατέστρεψα τα καλύτερά μου χρόνια. Μπορεί να υπήρχε και κάποια προδιάθεση, δεν ξέρω. Θυμάμαι μάλιστα που, όταν σου το πρωτοανέφερα, μου είχες πει να σηκωθώ και να φύγω το συντομότερο. Δεν σε άκουσα όμως, με αποτέλεσμα τα πράγματα να πηγαίνουν συνεχώς από το κακό στο χειρότερο. Τώρα ό, τι έγινε δεν ξεγίνεται. Στερνή μου γνώση να σείχα πρώτα🙄