Το ντουέτο Δοξιάδης – Αγαπηδάκη θυμίζει το κουαρτέτο του Τιτανικού. Εκείνο που συνέχιζε να παίζει μελωδίες εποχής, ενώ το πλοίο βυθιζόταν και ο κόσμος, αλλόφρων, όρμαγε στις σωσίβιες λέμβους…
5.000 ασυνόδευτα παιδιά στην Ελλάδα, τα περισσότερα από αυτά σε συνθήκες εφιαλτικές. Εδώ θα μετρηθούμε. Τι είμαστε και τι δεν είμαστε. Και όποιος δεν είναι μέρος της λύσης, θα είναι μέρος του προβλήματος. Από αύριο. [Δοξιάδης στο Twitter]
Το βλοσυρόν [και εμμέσως …απειλητικόν] του ύφους, η σπουδαιοφάνεια, η μη επιδεκτική συζητήσεων αίσθηση κατεπείγοντος, δίνουν τον τόνο της ανακοίνωσης…Η οποία δεν αποτελεί καν έναυσμα διαλόγου: ο κύριος Δοξιάδης χρησιμοποιεί το Twitter για να κάνει εξαγγελίες από το ύψος μιας “καθέδρας”. Απαξιοί να μπει σε διάλογο, απαξιώνει a priori την όποια κριτική σαν “επίθεση”…
Γλυκειά και συγκινητική η υποστήριξη των φίλων για τις επιθέσεις που (μαθαίνω, καθώς δεν ενδιαφέρομαι και δεν ασχολούομαι να τις διαβάσω) δέχεται η Irene Agapidaki και η αφεντιά μου για τα 5.000 παιδιά. Αλλά, καλές μου και καλοί μου, μην ασχολείστε, παρακαλώ. Ούτε της Ειρήνης ούτε το δικό μου αυτί ιδρώνουν. Ούτε ασχολούμαστε. Ούτε, ακόμα λιγότερο, στενοχωριόμαστε. [Δοξιάδης στο Facebook, μέρες αργότερα]. Κατά τ’ άλλα, όπως μπορεί να διαβάσει κανείς στο site της ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΠΟΛΙΤΩΝ την οποία αντιπροσωπεύει:
“Η Κοινωνία των Πολιτών είναι ένας χώρος όπου οι οργανωμένοι πολίτες αξιοποιούν την ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι ως θεσμικό αντίβαρο στον κρατικό αυταρχισμό, ως δύναμη εκδημοκρατισμού από τα κάτω, ως σχολείο δημοκρατίας, ως μέθοδο παραγωγής κοινωνικού κεφαλαίου…”!!!
Η κυρία Αγαπηδάκη απ’ την άλλη, μπήκε στον κόπο να γράψει ένα κείμενο-ποταμό [το είδα στο Athens Voice] εκφράζοντας, προφανώς την τάση του κυβερνώντος κόμματος, ή έστω την κυρίαρχη, …υπάρχουν και οι Μπογδάνος – Κυρανάκης που τελευταία δεν ακούγονται. Η “δημοσιογραφική φιλοτιμία” επιβάλλει να ασχοληθεί κανείς μ’ αυτό, όσο αντέχει… Ο τίτλος του κειμένου είναι “Θάρρος ή Αλήθεια” – παραπομπή στο παιδικό παιχνίδι “Truth or Dare”, με το οποίο παρομοιάζεται, αυθαιρέτως πως, το “δίλημμά μας” περί το μεταναστευτικό. Ακουλουθούν αποσπάσματα με παραπομπές σε σχόλια. Οι υπογραμμίσεις δικές μου.
Οι πολιτικοί δεν αναγνωρίζουν πάντα τις αναπόφευκτες αλλαγές, για αυτό και κάποιες φορές ταλανίζονται από ανώφελα διλήμματα. Νομίζουν ότι αν διαλέξουν το θάρρος θα γλιτώσουν το πολιτικό κόστος, ενώ αν προτιμήσουν την αλήθεια θα το πληρώσουν ακριβά. Μόνο που η πραγματικότητα δείχνει πως το πολιτικό κόστος είναι αναπόφευκτο. Δεν έχουν να διαλέξουν ανάμεσα στο να το υποστούν ή να το αποφύγουν, αλλά ανάμεσα στο να μετατραπεί το πολιτικό κόστος σε μια νέα βαθύτατη, κοινωνική, ηθική, οικονομική και, βέβαια, πολιτική κρίση. Η αδυναμία δηλαδή να συνειδητοποιήσουν έγκαιρα τις αναπόφευκτες αλλαγές μπορεί να οδηγήσει στο να πληρώσει η χώρα και η κοινωνία, τεράστιο τίμημα. Αυτό συμβαίνει με το Προσφυγικό ή Μεταναστευτικό (ή όπως αλλιώς θέλετε να το βαφτίσουμε, με όποιον politically correct ή incorrect όρο) πρόβλημα.
Στο Προσφυγικό δεν υπάρχει προς το παρόν λύση, γιατί το μόνο που συνιστά πράγματι λύση είναι να μπορεί, αυτός που φεύγει, να ζήσει καλά στη χώρα του. Και λύση που να εγκαθιστά μαγικά στις χώρες δημοκρατία, πλούτο, καλές δουλειές, κοινωνική ευημερία, δεν υπάρχει. [1] Κάποιοι λένε «αν γίνουμε σκληροί και σταματήσουμε να τους παρέχουμε φαγητό, στέγη, ρούχα, φάρμακα, θα σταματήσουν να έρχονται. Μερικοί προτείνουν ακόμα πιο δραστικά μέτρα. Να βουλιάζουμε βάρκες, να τους πνίγουμε. «Θα πνιγούν 50 και θα σταματήσει το κακό. Άλλωστε, μήπως τώρα δεν πνίγονται;» λένε. Κανείς όμως δεν σκέφτεται ότι ακόμα και αν κάνουμε όλα αυτά, ακόμα και αν στήναμε εκτελεστικό απόσπασμα, δεν θα σταματούσαμε τον αγώνα τους για επιβίωση. Ανάμεσα στο «καμία πιθανότητα να επιβιώσω» και το «μια πιθανότητα να επιβιώσω» ο άνθρωπος θα διαλέγει πάντα το δεύτερο. Θα αφήσει τη Συρία, το Αφγανιστάν, το Πακιστάν, το Ιράκ, τη Νιγηρία, γιατί εκεί δεν έχει καμία ελπίδα. Θα φύγει κι ας πεθάνει στο δρόμο για την ελπίδα. [2]
Δεν με σοκάρει να γράφω τους διαφορετικούς τρόπους εξόντωσης που προτείνουν διάφοροι, γιατί τα διαβάζω και τα ακούω κάθε μέρα. Δεν με σοκάρουν οι λέξεις, κάποτε με σόκαρε η πραγματικότητα, όχι πια. Όσοι υποστηρίζουν αυτές τις λύσεις διαλέγουν το «θάρρος». Όλες αυτές οι παράτολμες κινήσεις επιλέγονται γιατί φοβόμαστε την αλήθεια, δεν αντέχουμε να αποδεχτούμε ότι όλα αυτά τα ακραία μέσα δεν θα λύσουν τίποτα – ο μόνος τρόπος αντιμετώπισης του προβλήματος περνά μέσα από την αποδοχή της σκληρής αλήθειας: Λύση στο προσφυγικό δεν υπάρχει. Τι μπορούμε λοιπόν να κάνουμε; Να διαχειριστούμε το πρόβλημα. [3]
Είμαστε σε επικίνδυνη καμπή, συμβαίνει με το Προσφυγικό ό,τι ακριβώς συνέβη με την οικονομική κρίση και τα Μνημόνια. Και τότε υπήρχε ακριβώς το ίδιο πρόβλημα: εκείνοι που παρίσταναν τους πολιτικούς αλλά ήταν απλώς μια κακή τους απομίμηση, δεν αναγνώρισαν τις αναπόφευκτες αλλαγές. Η προηγούμενη κυβέρνηση νόμιζε ότι το δίλημμα ήταν «πολιτικό κόστος ή όχι;», μόνο που το δίλημμα ήταν πάντα «πολιτικό κόστος ή γενικευμένη και βαθύτατη κρίση»; Νομίζω ότι όλοι ξέρουμε τι έγινε στο τέλος. Πληρώσαμε πανάκριβα τον συμβιβασμό με την πραγματικότητα.
Φοβάμαι ότι κινδυνεύουμε να ζήσουμε ξανά το ίδιο. Βρισκόμαστε ήδη βουτηγμένοι στο πρόβλημα και κάνουμε σαν να ζούμε την αρχή του προβλήματος. Χιλιάδες ξένοι βρίσκονται ήδη στην Ελλάδα. Άλλος για να φτάσει στην κεντρική Ευρώπη και να κάνει επιθέσεις αυτοκτονίας, άλλος για να φτάσει στη χώρα που βρίσκεται η οικογένεια του, άλλος για να βρει απλώς έναν τόπο να ζήσει. Να ζήσει. Ανάμεσα τους βρίσκονται 5.000 ασυνόδευτα παιδιά. Παιδιά που κηδεμονεύει η τύχη.
Πού είναι το κακό στο να αναπτύξουμε ένα πλάνο και να ενισχύσουμε την αγροτική οικονομία δίνοντας μια λύση σε εκείνους που το θέλουν; Πού είναι το κακό στο να γίνει καθένας που το επιθυμεί επιχειρηματίας και να καλλιεργήσει τη γη προσλαμβάνοντας άλλους; Πού είναι το κακό στο να αυξήσουμε την παραγωγή, να βρούμε φτηνότερα εργατικά χέρια (ναι, έτσι πάει, λυπάμαι και προτιμώ να τα γράφω όπως είναι, παρά να κοροϊδεύω ότι στη χώρα που οι πολίτες παίρνουν 400 ευρώ μισθό στην ιδιωτική οικονομία θα ξεκινήσουν οι μετανάστες με 1.000) και να γίνουμε πιο ανταγωνιστικοί; [4]
Θα μου πείτε καλά όλα αυτά. Αλλά αν μείνουν στην Ελλάδα όλοι αυτοί, δεν θα φτάσουν να γίνουν Έλληνες πολίτες; Ναι. Δε θα φτάσουν να ψηφίζουν στο μέλλον; Ναι. Να βρεθούμε δηλαδή με μουσουλμάνο πρωθυπουργό κάποια στιγμή; Να το αντιστρέψω: να γίνουμε δηλαδή ακραίοι; Να ψηφίσουμε στο μέλλον ένα νέο κόμμα που θα υπόσχεται να θεσμοθετήσει την οπλοφορία και την οπλοχρησία για κάθε πολίτη για λόγους αυτοπροστασίας και φωνάζει «θάνατος στους ξένους»; Να βρεθούμε με φασίστα πρωθυπουργό που θα σπάει στο ξύλο όποιον διαφωνεί μαζί του; Να αναστήσουμε το ΕΑΤ-ΕΣΑ; Να γυρίσουμε δεκαετίες πίσω; Ποιος το λέει ότι οι μόνες διαθέσιμες λύσεις είναι οι ακραίες; Γιατί αποκλείουμε την πιθανότητα να ψηφίζουν οι άνθρωποι στο μέλλον με βάση το συμφέρον τους και όχι τη «ράτσα» και τις ταυτότητες; Ποιος θα παλέψει για αυτό αν όχι εμείς οι ίδιοι; Οι ακραίες λύσεις δεν είναι οι μόνες που έχουμε, αντίθετα, δεν είναι καν λύσεις. Απλώς ανακουφίζουν τον φόβο μας. Λειτουργούν ως ψυχικό λεξοτανίλ, ανακουφίζουν το άγχος και συντηρούν το πρόβλημα, τη δειλία. [5]
Μόνο η πολιτική μπορεί να κάνει το πρόβλημα ευκαιρία, να ασκήσει πίεση στην ΕΕ, να περιορίσει την επιθετικότητα του Ερντογάν, να διαφυλάξει τη Δημοκρατία. Αν μείνουμε απαθείς στο Προσφυγικό, δεν θα απειληθεί απλώς η οικονομία αλλά η Δημοκρατία. Αν δεν καταφέρουμε να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα, οι νέες ακραίες κοινωνικές τάσεις που θα γεννηθούν και θα εκπροσωπηθούν πολιτικά, θα είναι από το «έξω οι ξένοι» μέχρι το «όπλα για όλους». Αντί να δώσουμε ευκαιρία στους ανθρώπους που έρχονται από ρημαγμένες χώρες, θα ρημάξει η χώρα μας, θα ρημαχτούμε οι ίδιοι. [6]
Η Ελλάδα είναι μικρή χώρα, αλλά όχι αδύναμη. Αδύναμοι θα γίνουμε αν αναγκάσουμε με τη στάση μας τους πολιτικούς να παίξουν «θάρρος ή αλήθεια». Αυτό είναι δική μας ευθύνη, αφορά εμάς. Εσένα που διαβάζεις αυτό το κείμενο και σκέφτεσαι «τι μας λέει τώρα αυτή, προχτές μπούκαραν οι Γεωργιανοί και άρπαξαν ό,τι βρήκαν στο διπλανό διαμέρισμα, ευτυχώς που έλειπαν οι ένοικοι και δεν τους έσφαξαν κιόλας. Άσε μας, κοπέλα μου, με τις θεωρίες». Εμείς που τα ζούμε όλα αυτά πρέπει να απαιτήσουμε όσοι εγκληματούν να μπουν φυλακή, να εφαρμοστεί για όλους ο νόμος. Προχτές, σχολίασε μια κυρία σε κάποια ανάρτηση που είχα κάνει στο Facebook ότι ένας 15χρονος παραπονιόταν στο προσωπικό στη Μόρια «Πού είναι οι γυναίκες και τα λεφτά που μου έταξαν για να έρθω εδώ;». Βάζω στοίχημα ότι έχει ακούσει αντίστοιχες ανοησίες από πολλούς Έλληνες πολίτες. Εκείνες όμως δεν τις φοβόμαστε, γιατί τις λένε οι «δικοί μας», τις άλλες τις παίρνουμε στα σοβαρά, λες και πρόκειται για σοφίες. Οι Έλληνες πολίτες που βιάζουν είναι μεμονωμένα περιστατικά, οι ξένοι, κανόνας. Ωραίο παραμύθι, αλλά δεν έχει δράκο. [7]
Εμείς που τα ζούμε όλα αυτά πρέπει να απαιτήσουμε το σχολείο να ενισχυθεί. Δεν είναι «κοινοτικά κονδύλια για τους ξένους και τίποτα για τους υπόλοιπους». Το σχολείο είναι ένα και χρειάζεται αναστύλωση. Δεν είναι «κοινοτικά κονδύλια για πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας για τους ξένους και τίποτα για τους υπόλοιπους». Το Εθνικό Σύστημα Υγείας είναι ένα, το ίδιο θα υποδεχτεί κάθε άνθρωπο που ζει στην Ελλάδα και αρρωσταίνει. Τα ίδια και χειρότερα μαύρα χάλια θα ζήσουμε όλοι αν δεν καταφέρουμε να κάνουμε αυτήν την κρίση, ευκαιρία. [8]
Στις 15 Μαρτίου 1965, ο Lyndon Johnson απευθύνθηκε στα μέλη του Κογκρέσου με τα παρακάτω λόγια:
“This great, rich, restless country can offer opportunity and education and hope to all: black and white, North and South, sharecropper and city dweller. These are the enemies: poverty, ignorance, disease. They are the enemies and not our fellow man, not our neighbor. And these enemies too, poverty, disease and ignorance, we shall overcome”.
Σε ελεύθερη απόδοση:
«Αυτή η σπουδαία, πλούσια και ασταμάτητη χώρα μπορεί να προσφέρει ευκαιρία και εκπαίδευση και ελπίδα σε όλους: μαύρους και λευκούς, Βόρειους και Νότιους, μεροκαματιαριδες και πλούσιους. Ο εχθρός είναι η φτώχεια, η άγνοια, η αρρώστια. Αυτοί είναι οι εχθροί και όχι ο συνάνθρωπος και ο γείτονας μας. Και αυτούς τους εχθρούς, τη φτώχεια, την άγνοια και την αρρώστια, θα τους υπερνικήσουμε».
Ο πρωθυπουργός έδωσε μια σπουδαία ομιλία την προηγούμενη εβδομάδα, στο επίσημο δείπνο του «Συμποσίου της Θεσσαλονίκης». Αξίζει να την αναζητήσετε και να την ακούσετε. Κατά τη γνώμη μου, πρόκειται για μία από τις καλύτερες ομιλίες που έχουμε ακούσει στην Ευρώπη τα τελευταία χρόνια. Συμπύκνωσε με τον πιο εύστοχο τρόπο την κρίσιμη πολιτική διακύβευση της εποχής μας: ηθική του φρονήματος ή ηθική της ευθύνης; Θάρρος ή αλήθεια;
Πρέπει να ξανα-ανακαλύψουμε την πολιτική.
Μόνο έτσι το “We shall overcome” θα πάψει να είναι ευχή και θα γίνει βεβαιότητα. [9]
[1] Όπου, για κάποιο λόγο, αναλαμβάνουμε ως χώρα την ευθύνη του “να ζουν καλά” όλοι οι …Γήινοι. Όλοι όσοι κρίνουν ότι “δεν ζουν καλά” ξέρουν τώρα τη λύση: ας τρέξουν να λιαστούν στη στοργική αγκαλιά της Ελλάδας. Η Δεξιά έχει τη δική της Σία Χριστοδουλοπούλου.
Και βέβαια το “‘ζω καλά” είναι σχετικό. Ζω καλά η όχι, σε σχέση με εκείνο που βλέπω δίπλα μου. Με τις αποστάσεις τεχνικά [βλ. εικονικά] εκμηδενισμένες, “δίπλα μου” είναι η απέναντι όχθη της Μεσογείου ή του Αιγαίου. Ενόσω οι [νεαροί ιδίως] κάτοικοι του Τρίτου Κόσμου ατενίζουν τη δική μας “ευμάρεια” μέσα από τις οθόνες των κινητών και των laptop τους, ποτέ δεν θα νιώσουν ότι “ζουν καλά”. Δηλαδή: ποτέ δεν θα νιώσουν ικανοποιημένοι, αν δεν μας έρθουν όλοι προς τα εδώ.
[2] Με θαυμαστή ευλυγισία, ή ασυνέπεια [τι σημασία έχει, όταν έχεις τα εύσημα και την στήριξη ενός Απόστολου Δοξιάδη…] η “καλοπέραση” της προηγούμενης παραγράφου, έχει μεταπέσει σε “αγώνα για την επιβίωση”…
[3] Εδώ είναι ο πυρήνας της κυβερνητικής “φιλοσοφίας” περί το μεταναστευτικό και η βάση της στρατηγικής της: να οδηγήσει τον κόσμο σε αδράνεια μέσα από ένα αίσθημα ηττοπάθειας: το φορτίο της ανθρώπινης δυστυχίας είναι τόσο αβάσταχτο για τους μετανάστες μας, που τρόπος για να σταματήσουν οι ροές δεν υπάρχει. Η “ενσυναίσθηση”, χέρι-χέρι με το ρεαλισμό, οδηγούν τα βήματά μας στο μονοπάτι του πολυπολιτισμικού μας πεπρωμένου…
Αφήνοντας για μια στιγμή την οφθαλμαπάτη, ας ακολουθήσουμε την εσωτερική λογική του αφηγήματος, αν όχι τίποτα άλλο, γιατί υποτίθεται ότι είναι αποτέλεσμα ματιάς εποπτικής, διεισδυτικής στο μέλλον… Ας προσπαθήσουμε να δούμε …σε ένα μέλλον ακόμα πιο μακρινό: ποιά ακριβώς είναι η προοπτική, αν οι ροές συνεχιστούν απρόσκοπτα; Πόσο θα χρειαστεί για να γεμίσουν οι δομές ανά την Επκράτεια; πόσες θα χρειαστούν ακόμα; πόσο θα αντέξει η οικονομία της χώρας πριν καταρρεύσει; πότε θα αρχίσουν τα επεισόδια; πότε τα πρώτα λυντσαρίσματα; πόσο θα αργήσει ο κύριος Ερντογάν να μιλάει για “αδελφούς [μουσουλμάνους] που δεν μπορεί να αφήσει αβοήθητους”; και τελικά: πόσο θα αργήσει να μπουκάρει; όχι με φουσκωτά, αλλά με τανκς και αεροπλάνα;
[4] Εδώ, από μια σπάνια πρόνοια της μοίρας, ο ανθρωπισμός πάει πακέτο με το …οικονομικό συμφέρον. Πρόκειται ίσως για το πιο απωθητικό στοιχείο [υποκρισίας] των αναλύσεων που γράφονται, δεκαετίες τώρα. Η κυρία Αγαπηδάκη της ΝουΔου δεν διαφέρει σε τίποτα επ’ αυτού απ’ τον κύριο Βαρουφάκη του ΜέΡΑ25. Η απάντηση στο χυδαίο ερώτημα [“ποιο το κακό”;], είναι χυδαία απλή: όταν βασίζεις την οικονομική ανάκαμψη σε σκλάβους-μετανάστες, σύντομα το είδος τους θα αποτελεί το μόνο είδος εργατικού δυναμικού της χώρας.
[5] Η φυσιολογική αντίδραση σε όλα αυτά είναι να μείνεις speechless.
Ωστόσο ένα ερώτημα θα είχε νόημα …εν όψει επετείου του ’21 δηλαδή, όχι τίποτα άλλο: ποια η διαφορά ανάμεσα στην περιγραφόμενη κατάσταση και μια στρατιωτική εισβολή, ας πούμε; Είναι σίγουρο ότι η κυρία Αγαπηδάκη δεν θα πρότεινε a priori “συμβιβασμό” / παράδοση στα στρατεύματα της “φίλης και γείτονος”;
[6] Σε μια χώρα 10.000.000 κατοίκων με 1.000.000 ανέργους, το μόνο που δεν συζητάται, όχι μόνο από την ΕΑ αλλά από κανέναν απολύτως, είναι: πόσοι μετανάστες πρέπει να εισρεύσουν προτού το σύνθημα “ΕΞΩ ΟΙ ΞΕΝΟΙ” αντικατασταθεί από το “ΕΞΩ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ”. Για την εθνική μας ψυχολόγο, το υπέρτατο κακό είναι να αρχίσουμε να φωνάζουμε το πρώτο, πριν φωνάξουμε το δεύτερο.
[7] Είναι σαφές ότι η ΕΑ δεν έχει μπει στον κόπο να διαβάσει ρεπορτάζ ή προς Θεού, βιβλία, περί το τί γίνεται σε χώρες της Βόρειας Ευρώπης. Χώρες που αγκάλιασαν τον πολυπολιτισμό, χαιρετίζοντας σαν συμβατό ό,τι ήταν αδυσώπητα ασύμβατο. Και τώρα, δεκαετίες μετά, τρέχουν και δεν προλαβαίνουν να μαζέψουν τα ασυμμάζευτα.
[8] Το ότι κάποιοι έχουν πληρώσει και συνεχίζουν να πληρώνουν ένα Εθνικό Σύστημα Υγείας, το οποίο καλείται να καλύπτει, στο διηνεκές και με το αζημίωτο, τους όπου Γης αποφασισμένους “να περάσουν πιο καλά απ’ ότι στην πατρίδα τους”, αποτελεί αμελητέα λεπτομέρεια…
[9] Το κερασάκι, για όσους είχαν αμφιβολία για τη σχέση με την πραγματικότητα της κυρίας Αγαπηδάκη, του κυρίου Δοξιάδη, και σύσσωμης της “διαφορετικής από εκείνην του ΣΥΡΙΖΑ” κυβέρνησης: παραβολή μιας χώρας όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής με μια Ελλάδα υπό διάλυση, αβοήθητη, με γείτονες απροκάλυπτα κακόβουλους.
Βλ. ακόμη posts: ΤΑ ΑΣΥΝΟΔΕΥΤΑ ΠΡΟΣΦΥΓΟΠΟΥΛΑ, Η ΕΛΛΑΔΑ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ ΤΩΝ ΑΣΥΝΟΔΕΥΤΩΝ
1
Discover more from OANNES
Subscribe to get the latest posts sent to your email.